Αρχειοθήκη ιστολογίου

Παρασκευή 15 Απριλίου 2016

ΑΔΕΙΑ ΑΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΑΝΗΛΙΚΩΝ ΤΕΚΝΩΝ

ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ______
(ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ)
ΑΙΤΗΣΗ
1.
2.
ως ασκούντων τη γονική μέριμνα: α) του ανηλίκου τέκνου τους _____β)____
****************
Την__ απεβίωσε στη ____ο ____χωρίς να αφήσει διαθήκη του οποίου κοντινότεροι συγγενείς και εξ αδιαθέτου κληρονόμοι ήταν_________
Ο θανών δεν άφησε κινητή ή ακίνητη περιουσία και χρωστούσε μεγάλα ποσά στο Δημόσιο ΤΕΒΕ, ΔΟΥ κ.λπ) τα οποία προήλθαν κυρίως από την ενάσκηση του επιτηδεύματος του_____.
Όλοι εμείς οι αναφερόμενοι ανωτέρω πλησιέστεροι συγγενείς του, γνωρίζοντας ότι η αποδοχή της κληρονομίας του ____ δεν ήταν επωφελής προέβημεν ήδη σε αποποίηση του μεριδίου μας εντός της νόμιμης προθεσμίας αποποίησης δηλώνοντας ότι δεν έχουμε αναμειχθεί ούτε θέλουμε στο μέλλον να αναμειχθούμε με την ανωτέρω εξ αδιαθέτου κληρονομιά.
Κατόπιν τούτου οι επόμενοι κληθέντες ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι , εγγόνια του θανόντος είναι :
1) τα τέκνα των πρώτου και δεύτερης από εμάς (ανάλυση)
Επειδή ο __________δεν είχε κανένα περιουσιακό στοιχείο κατά το χρόνο του θανάτου του (κινητή ή ακίνητη περιουσία) αλλά μόνο παθητικό, του οποίου το ακριβές μέγεθος αγνοούμε,
Επειδή ο πρώτος από εμάς ως τέκνο του θανόντος που κλήθηκα αρχικά ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος αποποιήθηκα την κληρονομία κρίνοντας τη μη επωφελή όπως αυτό βεβαιώνεται με την υπ.αριθ._____ έκθεση αποποίησης του Ειρηνοδικείου__
Επειδή το ίδιο πράξαμε και οι ________
Επειδή κατόπιν αυτού είναι προφανές το συμφέρον των ανήλικων τέκνων μας να αποποιηθούν την επαχθέστατη αυτή κληρονομία όπως κάθε κληρονόμος έχει το δικαίωμα, τα οποία όμως δεν έχουν τη δικαιοπρακτική ικανότητα να το ασκήσουν λόγω ανηλικότητας,
Επειδή το δικαίωμά τους αυτό μπορούμε να το ασκήσουμε εμείς οι αιτούντες γονείς τους, που έχουμε και ασκούμε τη γονική της μέριμνα και την εν γένει επιμέλεια του προσώπου και της περιουσίας τους,
Επειδή για να αποποιηθούμε την κληρονομιά του πιο πάνω αποβιώσαντος για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων μας απαιτείται η άδεια του δικαστηρίου σας βάσει των άρθρων 1625 ΑΚ και 797 ΚΠολΔ.
Επειδή η ένδικη αίτησή μας είναι νόμιμη, βάσιμη και αληθινή και ασκείται εντός του 4μηνου από τον χρόνο που μάθαμε την επαγωγή της κληρονομίας στα τέκνα μας και προς το συμφέρον τους,
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΖΗΤΟΥΜΕ
Να γίνει δεκτή η ένδικη αίτησή μας.
Να δοθεί η άδεια στους:
-πρώτο και δεύτερη από εμάς να αποποιηθούμε για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων μας
την εξ αδιαθέτου επαχθείσα σ’ αυτά κληρονομία του _____που πέθανε στη ______την _______.
Αθήνα,
Η πληρεξούσια δικηγόρος


ΑΠΟΔΟΧΗ-ΑΠΟΠΟΙΗΣΗ-ΑΠΟΔΟΧΗ ΜΕ ΤΟ ΕΥΕΡΓΕΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΟΔΗΓΟΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΥ


Σύμφωνα με τα άρθρα 1901 επ του ΑΚ ο κληρονόμος ευθύνεται και με τη δική του περιουσία για τις υποχρεώσεις της κληρονομιάς.
Ο νόμος όμως του δίνει το δικαίωμα αφενός να προβεί σε αποποίηση της κληρονομιάς εντός 4μηνου από την γνώση της επαγωγής και του λόγου της, αφετέρου να προβεί σε αποδοχή με το ευεργέτημα της απογραφής εντός της ιδίας προθεσμίας. Οι δύο αυτές δηλώσεις γίνονται στο Ειρηνοδικείο του τόπου κατοικίας του κληρονομούμενου (ΚΠολΔ αρ. 30) δυνατό να γίνουν και με πληρεξούσιο.
Αποτέλεσμα της αποποίησης είναι η αποξένωση του κληρονόμου από την περιουσία του κληρονομούμενου και η επαγωγή της στον κληρονόμο του, ο οποίος επίσης πρέπει να αποποιηθεί εφόσον το κρίνει σκόπιμο. Σε περίπτωση ανηλίκων τέκνων η αποποίηση γίνεται μετά από άδεια του Δικαστηρίου η οποία ζητείται από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα. Εάν οι κηδεμόνες του τέκνου δε μεριμνήσουν προς τούτο, τότε σύμφωνα με το νόμο (1902 ΑΚ) η αποδοχή θεωρείται ότι έγινε με το ευεργέτημα της απογραφής η οποία θα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός έτους από την ενηλικίωση του ανηλίκου.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Δεν είναι δυνατή η εκ των υστέρων ΑΠΟΠΟΙΗΣΗ από το ενηλικιωθέν ανήλικο.

Αποδοχή κληρονομίας που συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας αποποιήσεως μπορεί να προσβληθεί από τον κληρονόμο λόγω ουσιώδους πλάνης, επί ανηλίκου δε κληρονόμου από τους νόμιμους εκπροσώπους  του. Τέτοια πλάνη μπορεί να οφείλεται και σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση των σχετικών με την αποδοχή νομικών διατάξεων. (6μηνη παραγραφή από τη γνώση).
Σε περίπτωση που ο κληρονόμος δεν προχωρήσει σε μία από τις δύο αυτές κινήσεις και αδρανήσει, αποκτά αυτοδικαίως την κληρονομιά μετά την πάροδο του τασσομένου 4μηνου (1846 ΑΚ). Να επισημανθεί εδώ ότι η αυτοδίκαια επαγωγή της κληρονομιάς δεν απαλλάσσει τον κληρονόμο από την υποχρέωση σύνταξης δήλωσης φόρου κληρονομιάς εντός εξαμήνου από το θάνατο (η επαγωγή ανατρέχει στο χρόνο θανάτου) καθώς και από σύνταξη συμβολαιογραφικής αποδοχής των ακινήτων και μεταγραφής αυτής, τα οποία είναι απαραίτητα κατά το εμπράγματο δίκαιο για την απόκτηση της κυριότητας τους (1193, 1846 ΑΚ)
Τί γίνεται στην περίπτωση της αποδοχής με το ευεργέτημα της απογραφής;
Καταρχήν αυτή είναι η ενδεδειγμένη λύση στην περίπτωση κυρίως που ο κληρονόμος δεν έχει πλήρη εικόνα για την κατάσταση της κληρονομιάς, το ενεργητικό και το παθητικό της.
Όμως δεν ολοκληρώνεται με τη δήλωση στο Δικαστήριο της κληρονομιάς. Αντιθέτως έχει πολλές διατυπώσεις. Σχηματικά και για την περίπτωση ενήλικα με πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα :
1. Αποδοχή με το ευεργέτημα της απογραφής εντός 4 μηνου από γνώση επαγωγής και λόγου.
Αποτελέσματα: η κληρονομιά αποτελεί χωριστή περιουσία και δεν επέρχεται σύγχυση με την περιουσία του κληρονόμου ο οποίος ευθύνεται ως το ενεργητικό της κληρονομιάς ακι έχει υποχρέωση διαχείρισης της κληρονομιάς με επιμέλεια (1907 ΑΚ). Απαλλαγή από την ευθύνη αυτή χωρεί σε τυχαία καταστροφή ή απώλεια των στοιχείων της κληρονομιάς. Δύναται να ικανοποιήσει οποιονδήποτε δανειστή χωρίς να υπέχει ευθύνη ως προς τους υπόλοιπους. Δεν είναι δυνατό να προβεί σε χαριστικές δικαιοπραξίες που απομειώνουν το ενεργητικό της κληρονομιάς και βλάπτουν τους δανειστές. Οι δανειστές δύνανται να επιδιώξουν την ικανοποίηση των απαιτήσεων τους και με κατάσχεση εις χείρας του κληρονόμου ως τρίτου (πχ στην περίπτωση μισθώσεων).
2. Υποχρέωση σύνταξης απογραφής εντός 4μηνου από δήλωση : Γίνεται με αίτηση από κληρονόμο ή δανειστή της κληρονομιάς (ή αυτεπαγγέλτως) Ενώπιον του Ειρηνοδίκη του τόπου που βρίσκονται τα πράγματα που θα απογραφούν προκειμένου να οριστεί συμβολαιογράφος που θα διενεργήσει την σύνταξη της απογραφής και εκτιμητές της κληρονομιαίας περιουσίας.
3 Δικαστική εκκαθάριση κληρονομιάς - Παραχώρηση κληρονομιαίας περιουσίας (1909, 1913 επ ΑΚ,814,817 ΚΠολΔ) : Σκοπός της είναι η πλήρης απαλλαγή του κληρονόμου από τα καθήκοντα του ως εξ απογραφής κληρονόμου. Γίνεται με αίτηση στο Δικαστήριο της κληρονομιάς κατά την Εκουσία δικαιοδοσία. Το Δικαστήριο διατάσσει τη Δικαστική εκκαθάριση της κληρονομιάς (αν δεν έχει γίνει ήδη με ξεχωριστή αίτηση) και την παραχώρηση της περιουσίας στους δανειστές.
Σχετικά υποδείγματα δικογράφων παραθέτονται στην ετικέτα ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ.


Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2016

ΠΟΛ.1019/3.2.2016

ΠΟΛ.1019/3.2.2016 Αντιμετώπιση υποθέσεων φόρου κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και μεταβίβασης ακινήτων μετά την αναδρομική αναπροσαρμογή των τιμών του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας ακινήτων με την ΠΟΛ. 1009/2016 απόφαση του Αν. Υπουργού Οικονομικών
........
Σε εκτέλεση της 4446/2015 ακυρωτικής απόφασης της Ολομέλειας του Σ.τ.Ε., με την ΠΟΛ.1009/18.1.2016 (48 Β'/20-1-2016) απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών αναπροσαρμόστηκαν αναδρομικά από 21-5-2015 οι τιμές ζώνης και οι συντελεστές εμπορικότητας για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των εντός σχεδίου πόλης ή ορίου οικισμού ακινήτων που μεταβιβάζονται με επαχθή αιτία ή αιτία θανάτου, δωρεά ή γονική παροχή, σύμφωνα με τα οριζόμενα ειδικότερα στην απόφαση αυτή.Για την ορθή αντιμετώπιση των υποθέσεων φόρου κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και μεταβίβασης ακινήτων, παρέχουμε τις ακόλουθες οδηγίες:1. Σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κώδικα διατάξεων φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και κερδών από τυχερά παίγνια (ο οποίος κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του ν.2961/2001) καθώς και στον α.ν.1521/1950 (ο οποίος κυρώθηκε με το ν.1587/1950) περί φόρου μεταβίβασης ακινήτων στις μεταβιβάσεις ακινήτων αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή με επαχθή αιτία χρόνος φορολογίας είναι κατά κανόνα ο χρόνος θανάτου ή της σύνταξης του συμβολαίου αντίστοιχα και κατά συνέπεια για τον προσδιορισμό του οικείου φόρου λαμβάνονται υπόψη οι αξίες και οι κλίμακες - φορολογικοί συντελεστές του χρόνου αυτού. Κατ' εξαίρεση, η φορολογική υποχρέωση γεννιέται σε μεταγενέστερο χρονικό σημείο στις περιπτώσεις που τούτο ορίζεται ρητά στο νόμο π.χ. σε αναβλητική αίρεση, επιδικία κ.λπ. (άρθρα 7, 8 και 40 του Κώδικα).Οι οικείες φορολογικές δηλώσεις υποβάλλονται μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στην κείμενη νομοθεσία και, εφόσον δηλώνονται με αυτές ακίνητα στα οποία εφαρμόζεται το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού αξίας, συνυποβάλλονται υποχρεωτικά και τα φύλλα αντικειμενικού προσδιορισμού.2. Με τις διατάξεις των άρθρων 19 και 34 του Κ.Φ.Δ. (ν.4174/2013) ορίζεται ότι τροποποιητική φορολογική δήλωση υποβάλλεται οποτεδήποτε μέχρι την έκδοση εντολής ελέγχου από τη Φορολογική Διοίκηση ή μέχρι την παραγραφή του δικαιώματος της Φορολογικής Διοίκησης για έλεγχο της αρχικής δήλωσης με όλες τις συνέπειες περί εκπρόθεσμης δήλωσης. Τροποποιητική δήλωση που υποβάλλεται μέσα στην προθεσμία για υποβολή της δήλωσης επέχει θέση αρχικής δήλωσης. Την υποβολή τροποποιητικής φορολογικής δήλωσης ακολουθεί η έκδοση πράξης διορθωτικού ή διοικητικού προσδιορισμού του φόρου, ανάλογα με τον αν η τροποποιητική δήλωση υποβάλλεται εμπρόθεσμα ή εκπρόθεσμα.Σε περίπτωση που η μεταβολή της φορολογητέας ύλης γεννά αξίωση για επιστροφή του φόρου εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 42 του Κ.Φ.Δ., σύμφωνα με το οποίο η Φορολογική Διοίκηση, αφού συμψηφίσει τους οφειλόμενους από το φορολογούμενο φόρους με το ποσό προς επιστροφή, προβαίνει στην επιστροφή της τυχόν προκύπτουσας διαφοράς, η οποία καταβάλλεται κατά κανόνα στο φορολογούμενο εντός ενενήντα (90) ημερών από την υποβολή έγγραφου αιτήματός του (εν προκειμένω, από την υποβολή της τροποποιητικής δήλωσης).Η αξίωση για επιστροφή φόρου, ο οποίος καταβλήθηκε αχρεώστητα, παραγράφεται κατά το χρόνο παραγραφής του δικαιώματος της Φορολογικής Διοίκησης για έκδοση πράξης προσδιορισμού φόρου κατά το άρθρο 36 του Κ.Φ.Δ..3. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι:Η αναδρομική αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών καταλαμβάνει υποθέσεις που αφορούν θανάτους, που έχουν συμβεί, και συμβόλαια μεταβίβασης ακινήτων από οποιαδήποτε αιτία, που έχουν συνταχθεί, από 21-5-2015 και εφεξής καθώς και υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών με χρόνο θανάτου ή σύνταξης του συμβολαίου πριν την 21-5-2015, αλλά στις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε από 21-5-2015, κατά τα προαναφερθέντα άρθρα 7, 8 και 40 του Κώδικα, ανεξάρτητα αν έχουν υποβληθεί οι οικείες δηλώσεις ή αν έχει εκδοθεί πράξη προσδιορισμού του φόρου ή αν εκκρεμεί η έκδοση πράξης ή αν έχει ήδη καταβληθεί ο φόρος κ.λπ..Για δηλώσεις που υποβάλλονται μετά την ισχύ της ΠΟΛ.1009/18.1.2016, αλλά αναφέρονται/αφορούν χρόνο φορολογίας πριν την ισχύ αυτής, ο υπολογισμός της αντικειμενικής αξίας των ακινήτων πραγματοποιείται με βάση τις ισχύουσες κατά το χρόνο φορολογίας και όχι κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης αξίες.Μετά την υποβολή τροποποιητικής δήλωσης από τον υπόχρεο σε φόρο, με την οποία θα συνυποβάλλονται και τα έντυπα υπολογισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων, όπως αυτή έχει αναπροσαρμοστεί και ισχύει σύμφωνα με την ΠΟΛ.1009/18.1.2016, η Δ.Ο.Υ. υποχρεούται να προβεί σε έκδοση πράξης διορθωτικού ή διοικητικού προσδιορισμού του φόρου ανάλογα. Σημειώνεται ότι η διαδικασία υποβολής τροποποιητικής δήλωσης εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση υποβολής τροποποιητικής δήλωσης φόρου μεταβίβασης με επαχθή αιτία, δωρεάς ή γονικής παροχής, ανεξάρτητα αν έχει συνταχθεί το μεταβιβαστικό συμβόλαιο ή μη. Η μόνη διαφοροποίηση που προκύπτει είναι ότι, εφόσον έχει συνταχθεί το μεταβιβαστικό συμβόλαιο, με την υποβολή τροποποιητικής δήλωσης εκδίδεται πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, άλλως, εφόσον δεν έχει συνταχθεί το μεταβιβαστικό συμβόλαιο, η υποβαλλόμενη δήλωση είναι εμπρόθεσμη, άρα αντιμετωπίζεται ως αρχική.Μετά την υποβολή της τροποποιητικής δήλωσης και εφόσον ο φορολογούμενος δικαιούται επιστροφής φόρου, η Φορολογική Διοίκηση, αφού συμψηφίσει τους οφειλόμενους από το φορολογούμενο φόρους με το προς επιστροφή ποσό, προβαίνει στην επιστροφή της τυχόν προκύπτουσας διαφοράς μέσα σε προθεσμία ενενήντα (90) ημερών.Για τις τροποποιητικές δηλώσεις που υποβάλλονται σε εφαρμογή των οριζομένων στην ΠΟΛ.1009/18.1.2016 δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα του άρθρου 54 του Κ.Φ.Δ., δεδομένου ότι ο φορολογούμενος δεν έχει διαπράξει παράβαση κατά την υποβολή της αρχικής δήλωσης, αφού υπέβαλε αυτή με βάση τα ισχύοντα κατά το χρόνο φορολογίας, προβαίνει δε σε υποβολή τροποποιητικής δήλωσης όχι από υπαιτιότητά του (λανθασμένη εφαρμογή των φορολογικών διατάξεων ή παράλειψη κ.λπ.) αλλά κατ' εφαρμογή της νομοθεσίας δηλαδή λόγω της αναδρομικής αναπροσαρμογής των τιμών του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας ακινήτων σε εκτέλεση της απόφασης του ΣτΕ. Σε κάθε περίπτωση όμως, εφόσον με τις υποβαλλόμενες δηλώσεις, εκτός από τη διόρθωση των τιμών, όπως αυτές καθορίζονται με την ΠΟΛ.1009/18.1.2016, τροποποιούνται και λοιπά στοιχεία της δήλωσης, εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας και του Κ.Φ.Δ. (π.χ. επιβολή τόκων και προστίμων κ.λπ.).
Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ

Πηγή: http://www.taxheaven.gr

Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2016

ΠΛΑΙΣΙΟ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΑΔΕΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΧΗ ΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

Αυτό είναι το πλαίσιο χορήγησης αδειών κατά τη διάρκεια της αποχής όπως αναρτήθηκε στο ΔΣΑ.

1)Παραγραφές – προθεσμίες (αστικά, διοικητικά, ποινικά, συμπεριλαμβανομένης και της συμπλήρωσης ορίου προσωρινής κράτησης).
2)Αναστολές πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας και μόνον.
3) Για τις ποινικές υποθέσεις στα πλημμελήματα όταν συντρέχει περίπτωση παραγραφής, ήτοι για πλημμελήματα που από τον χρόνο τελέσεως της πράξεως έχει συμπληρωθεί 6ετία σε α΄ βαθμό και 7ετία σε β΄ βαθμό.
Δεν απαιτείται άδεια στην κατάθεση προτάσεων (20ήμερο) και προσθήκης – αντίκρουσης της τακτικής πολυμελούς.
Αναβολές
Για τη διευκόλυνση όλων κατά τη διάρκεια της αποχής θα επιτρέπεται στους συναδέλφους η παράσταση ενώπιον των δικαστηρίων για την υποβολή αιτήματος αναβολής, με την υποχρέωση – στην περίπτωση μη παράστασης της πλευράς του αντιδίκου – να προβαίνουν αμελλητί και με κάθε πρόσφορο μέσο στην ενημέρωση του συναδέλφου που εκπροσωπεί την πλευρά του αντιδίκου για την ημερομηνία της νέας δικασίμου.

Κατ αρχήν αναρωτιέμαι κατά πόσο είναι προφανές πως οποιαδήποτε άλλη παράσταση ενώπιον επιτροπών υπουργιών, ασφαλιστικών ταμείων κ.λ.π είναι εκτός πλαισίου, συνεπώς ανεπίτρεπτη. Εγώ τουλάχιστον διαβάζοντας το συγκεκριμένο πλαίσιο αμφέβαλλα. Ζήτησα άδεια. Απορρίφθηκε.
Εντούτοις, πληροφορήθηκα ότι υπάρχουν συνάδελφοι που δεν αμφιβάλλουν καθόλου. Είναι σίγουροι ότι δεν απαγορεύεται τέτοιου είδους παράσταση. Και δε ζητούν άδεια. Και παρίστανται.

Κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στο Σύλλογο εν αναμονή της κρίσης της επιτροπής είδα και άλλα: Για παράσταση σε ποινικό -πράξη τελεσθείσα το 2009- άλλοι συνάδελφοι προσκόμισαν άδεια κατά την εκδίκαση. Άλλοι προσκόμισαν απορριπτική απόφαση. Στην ίδια υπόθεση. Το Δικαστήριο δίκασε.

Και το ποιο φαιδρό: αίτηση για παροχή αδείας απορρίφθηκε...λόγω αοριστίας.

Μήπως θα πρέπει να γίνει περισσότερο αναλυτικό το πλαίσιο ώστε να γνωρίζουμε εκ των πρότερων τί επιτρέπεται και τί απαγορεύεται;
Αν και είναι λίγο χρονοβόρο επιβάλλεται. θα αποσυμφορήσει τις επιτροπές αδειοδότησης, θα κάνει ποιο αντικειμενικό και δίκαιο το σύστημα των αδειών.

Έως τότε ισχύει το εξής: αν απορριφθεί η αίτηση σου μη χάνεις το ηθικό σου. Επαναδιατύπωσε, με προσοχή στην αοριστία και ξαναδοκίμασε. Ποτέ δε ξέρεις.

ΣτΕ 3844/2015 ΤΜΗΜΑ ΣΤ΄- ΟΦΕΙΛΕΣ ΟΤΑ


Δημόσια έργα - Οφειλές ΟΤΑ - Τόκος υπερημερίας επί καθυστέρησης πληρωμής λογαριασμών -.

.......
3.     Επειδή, ο αναιρεσείων ισχυρίζεται ότι η υπό κρίση αίτηση, που ασκήθηκε στις 14.11.2012, είναι παραδεκτή, σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010, διότι: α) ως προς τα νομικά ζητήματα που τίθενται με λόγους αναιρέσεως ήτοι αν εφαρμόζεται το άρθρο 4 του π.δ. 166/2003 επί δημοσίων συμβάσεων και αν η διάταξη του άρθρου 53 παρ. 9 του, κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 3669/2008, Κώδικα της νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων, κείται εντός της εξουσιοδοτήσεως της διάταξης βάσει της οποίας έγινε η κωδικοποίηση, δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και β) η κρίση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης ότι ο τόκος που εφαρμόζεται για τις οφειλές των Ο.Τ.Α. υπολογίζεται με το επιτόκιο που προβλέπεται από το άρθρο 4 παρ. 4 του π.δ. 166/2003 είναι αντίθετη προς τις 1127/2010 και 1128/2010 αποφάσεις του Αρείου Πάγου και την παραπεμπτική στην Ολομέλεια 1620/2011 του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τις οποίες κρίθηκε ότι η διάταξη του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου, (κ.δ. της 26.6/10.7.1944), που προβλέπει επιτόκιο 6 % για τις οφειλές του Δημοσίου και των Ο.Τ.Α., (σύμφωνα με το ν.δ. 31/1968), είναι σύμφωνη προς το Σύνταγμα και το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., ενώ, τελικά, το ζήτημα αυτό παραπέμφθηκε στο Α.Ε.Δ.. Εν προκειμένω, επί του νομικού ζητήματος, που τίθεται με τους λόγους αναιρέσεως και αφορά το αν εφαρμόζονται ως προς τον οφειλόμενο από Δήμο τόκο, επί καθυστέρησης πληρωμής πιστοποιήσεως δημοτικού έργου, οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 4 του π.δ. 166/2003, δεν υπήρχε νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά το χρόνο της συζήτησης της υπό κρίση αίτησης στο ακροατήριο και συνεπώς, ο σχετικός λόγος αναιρέσεως είναι παραδεκτός και πρέπει να εξετασθεί κατ' ουσία, (πρβλ. ΣτΕ. 567/2014). Όμως, ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντος περί αντίθεσης της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προς τις ανωτέρω αποφάσεις του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας πρέπει να απορριφθεί, προεχόντως, διότι δεν υφίσταται η αντίθεση την οποία επικαλείται ο αναιρεσείων, αφού με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δεν κρίθηκε ότι η διάταξη του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου, (κ.δ. της 26.6/10.7.1944), που προβλέπει επιτόκιο 6 % για τις οφειλές του Δημοσίου, εφαρμόζεται δε και επί των οφειλών των Ο.Τ.Α., (άρθρο 276 παρ. 3 του, κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006, Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων), είναι σύμφωνη προς το Σύνταγμα και το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. ʼλλωστε, ναι μεν οι αναιρεσίβλητες ισχυρίζονται, με το από 30.1.2015 υπόμνημα τους ενώπιον του Δικαστηρίου ότι το ποσό του αντικειμένου της παρούσας διαφοράς, που αφορά τόκους υπερημερίας είναι κατώτερο των 200.000 ευρώ, όμως, το ποσό αυτό δεν είναι δυνατό να προσδιορισθεί δεδομένου ότι η έναρξη της τοκοφορίας της απαίτησης των αναιρεσίβλητων όσον αφορά τον 20ο λογαριασμό του έργου ήταν προσδιορισμένη κατά το χρόνο της άσκησης της υπό κρίση αίτησης, (επίδοση της αγωγής), όμως δεν προκύπτει από την αίτηση αυτή ή από άλλο προσκομισθέν ενώπιον του Δικαστηρίου έγγραφο από τον αναιρεσείοντα ή τις αναιρεσίβλητες ότι ήταν προσδιορισμένη, κατά το χρόνο αυτό και η λήξη της, (πληρωμή της απαίτησης), ενώ, εξάλλου, ενόψει του ύψους της κύριας απαίτησης δεν καθίσταται πρόδηλο ότι το ποσό του αντικειμένου της διαφοράς, που αφορά τους τόκους επ' αυτής, είναι, εν πάση περιπτώσει, κατώτερο των 200.000 ευρώ. Και ναι μεν οι αναιρεσίβλητες προς επίρρωση του ανωτέρω ισχυρισμού τους προσκόμισαν, μαζί με το από 30.1.2015 υπόμνημα αυτών, αντίγραφο της με αριθμ. πρωτοκ. 303/29.10.2014 αίτησης τους προς τον αναιρεσείοντα Δήμο, με την οποία ζήτησαν να τους καταβληθεί από αυτόν το οφειλόμενο σ' αυτές, κατά τους ισχυρισμούς τους, βάσει της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, ποσό τόκων ύψους 163.274,23 ευρώ, το οποίο, όπως αναφέρεται στην ανωτέρω αίτηση, προκύπτει από συνημμένο πίνακα, καθώς και αντίγραφο της υπ' αριθμ. 2870/συν. 31 η/19.11.2014 πράξης της οικονομικής επιτροπής του Δήμου Αθηναίων, με την οποία εγκρίνεται η καταβολή των επιδικασθέντων βάσει της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης τόκων, χωρίς να γίνεται μνεία του ποσού αυτών, όμως, από τα στοιχεία αυτά, δεν προκύπτει ο χρόνος εξόφλησης του 20ου λογαριασμού. Εξάλλου, ναι μεν σε πίνακα που προσκόμισαν οι αναιρεσίβλητες μαζί με το ανωτέρω υπόμνημα τους, αναφέρεται ότι ο 20ος λογαριασμός του επίδικου έργου εξοφλήθηκε τμηματικά από 20.2.2012 έως 5.9.2012, όμως, από τον πίνακα αυτό, στον οποίο δεν αναφέρεται ο συντάκτης του ούτε η ημερομηνία σύνταξης αυτού, δεν προκύπτει ούτε η εξόφληση του 20ου λογαριασμού ούτε ο χρόνος αυτής ούτε τα πράγματι οφειλόμενα στις αναιρεσίβλητες ποσά τόκων. Ως εκ τούτου, ο ανωτέρω ισχυρισμός των αναιρεσίβλητων, κατά τον οποίο η υπό κρίση αίτηση είναι απαράδεκτη διότι το ποσό του αντικειμένου της διαφοράς είναι κατώτερο των 200.000 ευρώ πρέπει να απορριφθεί. Συνεπώς, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010, η υπό κρίση αίτηση ασκείται παραδεκτώς.

4.      Επειδή, στην παρ. 10 του άρθρου 5 του ν. 1418/1984, (Α' 23 που αναριθμήθηκε, από παρ. 8 σε παρ. 10, με το άρθρο 1 του ν. 2940/2001 - Α' 180), όπως το τελευταίο εδάφιο της παρ. αυτής, που είχε τροποποιηθεί με το άρθρο 18 του ν. 1947/1991, (Α' 70), αντικαταστάθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 2 του ν. 2229/1994, (Α' 138), (εφαρμόζεται δε και επί των έργων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ. 5 του π.δ. 171/1987 - Α' 84), ορίζεται ότι: «Οι λογαριασμοί των κατά τη σύμβαση οφειλόμενων ποσών συντάσσονται κατά μηνιαία χρονικά διαστήματα, εκτός αν η σύμβαση ορίζει άλλες προθεσμίες. Οι λογαριασμοί συντάσσονται από τον ανάδοχο και υποβάλλονται στη διευθύνουσα υπηρεσία, η οποία τους ελέγχει και τους διορθώνει όταν απαιτείται, μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή τους. Οι εγκρινόμενοι από τη διευθύνουσα υπηρεσία λογαριασμοί αποτελούν την πιστοποίηση για την πληρωμή των εργασιών που έχουν εκτελεσθεί. Αν η πληρωμή τους καθυστερήσει πέρα από ένα (1) μήνα από τη λήξη της προηγούμενης προθεσμίας, χωρίς υπαιτιότητα του αναδόχου ή του μελετητή, οφείλεται, αν υποβληθεί έγγραφη όχληση και από το χρόνο υποβολής της, τόκος υπερημερίας ίσος με το ογδόντα πέντε τοις εκατό (85 %) του τόκου των εξαμηνιαίων εντόκων γραμματίων του Δημοσίου και ο ανάδοχος μπορεί να διακόψει τις εργασίες αφού κοινοποιήσει στη διευθύνουσα υπηρεσία ειδική έγγραφη δήλωση. ...». Περαιτέρω, στο άρθρο 53 παρ. 9 του, κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 3669/2008, (Α' 116), Κώδικα της νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων, που άρχισε να ισχύει από τις 18.6.2008, σύμφωνα με το άρθρο δεύτερο του ως άνω νόμου, και εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 αυτού και στα έργα των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, ορίζεται ότι: «Αν η πληρωμή ενός λογαριασμού καθυστερήσει χωρίς υπαιτιότητα του αναδόχου, πέραν του διμήνου από την υποβολή του, οφείλεται, αν υποβληθεί έγγραφη όχληση και από την ημερομηνία υποβολής της, τόκος υπερημερίας που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 4 του π.δ. 166/2003 (ΦΕΚ 38 Α') και ο ανάδοχος μπορεί να διακόψει τις εργασίες, αφού κοινοποιήσει στη Διευθύνουσα υπηρεσία ειδική έγγραφη δήλωση».

5.      Επειδή, σύμφωνα με τα ήδη κριθέντα με την υπ' αριθμ. 25/2012 απόφαση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, η θέσπιση, με την διάταξη του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου, (κ.δ. της 26.6/10.7.1944 - Α' 139), επιτοκίου 6% για τις οφειλές του Δημοσίου και η, ως εκ τούτου, διαφοροποίηση αυτού σε σχέση με το υψηλότερο επιτόκιο που εφαρμόζεται στις οφειλές των ιδιωτών δεν παραβιάζει τη συνταγματική αρχή της ισότητας ούτε το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.. Εξάλλου, όπως έχει κριθεί, (βλ. ΣτΕ 4751/2014 επταμ.), τα αυτά ισχύουν, για την ταυτότητα του λόγου, και σε σχέση με το ποσοστό του οφειλομένου από το Δημόσιο στον ανάδοχο δημοσίου έργου επιτοκίου σε περίπτωση καθυστερήσεως πληρωμής λογαριασμού άνευ υπαιτιότητας του τελευταίου, το οποίο είχε καθορισθεί δυνάμει του άρθρου 18 του ν. 1947/1991 και 2 παρ. 6 του ν. 2229/1994 σε 85% του επιτοκίου των εξαμηνιαίων εντόκων γραμματίων του Δημοσίου.

6.      Επειδή, με το π.δ. 166/2003, (Α' 138), το οποίο, στο άρθρο 9 αυτού, ορίζει ως ημερομηνία έναρξης της ισχύος του την 5.6.2000, προσαρμόσθηκε η ελληνική νομοθεσία στις διατάξεις της οδηγίας 2000/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Ιουνίου 2000, «για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές», (EE L 200 της 8.8.2000). Με το ως άνω π. διάταγμα ορίζονται τα εξής: «Οι διατάξεις του διατάγματος αυτού εφαρμόζονται στις πληρωμές που έχουν χαρακτήρα αμοιβής από εμπορική συναλλαγή», (άρθρο 2). «Κατά την έννοια του διατάγματος αυτού: 1. Εμπορική συναλλαγή1 είναι κάθε συναλλαγή μεταξύ επιχειρήσεων ή μεταξύ επιχειρήσεων και δημόσιων αρχών, η οποία συνεπάγεται την παράδοση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής, α. 'Δημόσια αρχή' είναι κάθε αναθέτουσα αρχή ή φορέας, όπως ορίζεται στα προεδρικά διατάγματα για τις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών (Π.Δ. 370/1995, ΦΕΚ Α* 199), υπηρεσιών (Π.Δ. 346/1998, ΦΕΚ A' 230) εξαιρούμενων τομέων (Π.Δ. 57/2000, ΦΕΚ Α' 45) και Δημοσίων έργων (Π.Δ. 334/2000, ΦΕΚ Α' 279), όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν. Β. ... 2. 'Καθυστέρηση πληρωμής' είναι η μη τήρηση της συμβατικής ή νόμιμης προθεσμίας πληρωμής. 3. ...», (άρθρο 3). «1. Τόκος υπερημερίας οφείλεται από την ημέρα που ακολουθεί την ημερομηνία πληρωμής ή το τέλος της περιόδου πληρωμής που ορίζει η σύμβαση. 2. Εάν δεν συμφωνήθηκε ορισμένη ημέρα ή προθεσμία πληρωμής της αμοιβής, ο οφειλέτης γίνεται υπερήμερος, χωρίς να απαιτείται όχληση και οφείλει τόκους: α. Εάν παρέλαβε το τιμολόγιο ή άλλο ισοδύναμο για πληρωμή έγγραφο μέχρι το χρόνο της παραλαβής των αγαθών ή της παροχής των υπηρεσιών ή αν δεν παρέλαβε ή δεν είναι βέβαιο πότε παρέλαβε τέτοιο έγγραφο, μόλις περάσουν 30 ημέρες από την παραλαβή των αγαθών ή την παροχή των υπηρεσιών, β. Εάν από το νόμο ή τη σύμβαση προβλέπεται διαδικασία αποδοχής ή ελέγχου για την επαλήθευση της αντιστοιχίας συμφωνημένων και παραλαμβανομένων αγαθών ή υπηρεσιών, μόλις περάσουν 30 ημέρες από την ολοκλήρωση της διαδικασίας αποδοχής ή ελέγχου, εφόσον παρέλαβε το τιμολόγιο ή άλλο ισοδύναμο για πληρωμή έγγραφο μέχρι την ολοκλήρωση της εν λόγω διαδικασίας, γ. Εάν η παραλαβή των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών ή η διαδικασία αποδοχής ή ελέγχου έχει προηγηθεί, μόλις περάσουν 30 ημέρες από το χρόνο παραλαβής του τιμολογίου ή άλλου ισοδύναμου για πληρωμή εγγράφου, δ. Στις συμβάσεις μεταξύ επιχειρήσεων και δημόσιων αρχών της παραγράφου 1α του άρθρου 3 του παρόντος, η προθεσμία καταβολής τόκων σε καθεμία από τις παραπάνω περιπτώσεις ορίζεται αποκλειστικώς σε 60 ημέρες. 3. Ο δανειστής δικαιούται τόκους, εφόσον α) έχει εκπληρώσει τις συμβατικές και νόμιμες υποχρεώσεις του και β) δεν έχει εισπράξει εγκαίρως το οφειλόμενο ποσό, εκτός, εάν δεν υπάρχει ευθύνη του οφειλέτη για την καθυστέρηση. 4. Το ύψος του τόκου υπερημερίας που είναι υποχρεωμένος να καταβάλει ο οφειλέτης υπολογίζεται με βάση το επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην πιο πρόσφατη κύρια πράξη αναχρηματοδότησης, η οποία πραγματοποιείται πριν από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του οικείου εξαμήνου [«επιτόκιο αναφοράς»] προσαυξημένο κατά επτά εκατοστιαίες μονάδες [«περιθώριο»], εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στη σύμβαση. Το επιτόκιο αναφοράς το οποίο ισχύει την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του οικείου εξαμήνου, εφαρμόζεται και για τους επόμενους έξι μήνες. 5. ...», (άρθρο 4). «Στις περιπτώσεις που οι κοινές διατάξεις είναι, σε σύγκριση με τις διατάξεις του διατάγματος αυτού, ευνοϊκότερες για το δανειστή, εφαρμόζονται οι κοινές διατάξεις», (άρθρο 8). Περαιτέρω, με την υποπαράγραφο Ζ 14 του ν. 4152/2013, καταργήθηκε το π.δ. 166/2003, από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού, (16.3.2013), ορίσθηκε δε ότι οι διατάξεις του εν λόγω π. διατάγματος παραμένουν σε ισχύ για τις συμβάσεις που υπογράφηκαν κατά τη διάρκεια της ισχύος του.
7. Επειδή, όπως έχει κριθεί, (βλ. ΣτΕ 3526/5.10.2015 επταμ., πρβλ. Α.Π. Ολομ. 10/2013), στην έννοια της εμπορικής συναλλαγής του άρθρου 3 του π.δ. 166/2003, με το οποίο προσαρμόσθηκε η ελληνική νομοθεσία στις διατάξεις της οδηγίας 2000/35/ΕΚ, εμπίπτει και η σχεδίαση και εκτέλεση δημοσίων έργων. Συνεπώς, οι διατάξεις του π.δ. 166/2003 εφαρμόζονται και στις συμβάσεις σχεδίασης και εκτέλεσης δημοσίων έργων, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι διοικητικές συμβάσεις εκτέλεσης έργων οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, όπως η επίδικη από 1.12.2006 σύμβαση. Περαιτέρω, οι διατάξεις του π.δ. 166/2003, οι οποίες αποτελούν μεταφορά στην εσωτερική έννομη τάξη των διατάξεων της οδηγίας 2000/35/ΕΚ, που στοχεύει στην καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στην εσωτερική αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προς διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της, της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων και των συνθηκών ανάπτυξης υγιούς ανταγωνισμού, κατισχύουν, σύμφωνα με τα άρθρα 249 παρ. 1 και 3, (πρώην άρθρο 189), της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, (ήδη άρθρο 288 της Ενοποιημένης Απόδοσης της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης) και 28 του Συντάγματος, κάθε αντίθετης διάταξης της εσωτερικής νομοθεσίας. Και ναι μεν ως προς τον οφειλόμενο από τους Ο.Τ.Α. τόκο, επί καθυστέρησης πληρωμής λογαριασμών έργων Ο.Τ.Α., εφαρμοστέες, κατ' αρχήν, είναι οι διατάξεις της νομοθεσίας περί δημοσίων έργων, ως ειδικότερες των διατάξεων του άρθρου 276 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006, (Α' 114/8.6.2006), που προβλέπουν ότι «ο νόμιμος τόκος και ο τόκος υπερημερίας κάθε οφειλής των Ο.Τ.Α ανέρχεται στο ποσοστό που ορίζεται για τις αντίστοιχες οφειλές του Δημοσίου», όμως, οι διατάξεις του π.δ. 166/2003 κατισχύουν, κατά τα προεκτεθέντα, από την έναρξη της ισχύος τους, των διατάξεων της νομοθεσίας περί δημοσίων έργων, που αφορούν την καταβολή από το Δημόσιο και τους Ο.Τ.Α. τόκου, επί καθυστέρησης πληρωμής λογαριασμού του έργου, ήτοι της παρ. 10 του άρθρου 5 του ν. 1418/1984, (όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 2 του ν. 2229/1994 και αναριθμήθηκε με το άρθρο 1 του ν. 2940/2001) και του άρθρου 53 παρ. 9 του, κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 3669/2008, κώδικα της νομοθεσίας περί κατασκευής δημοσίων έργων, τόσο όσον αφορά την πρόβλεψη για προηγούμενη έγγραφη όχληση, επί καθυστέρησης πληρωμής εγκριθέντος λογαριασμού, (πιστοποίησης), η οποία (έγγραφη όχληση) δεν απαιτείται πλέον, σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις του π.δ. 166/2003, για την έναρξη της τοκοφορίας του λογαριασμού, όσο και ως προς το εφαρμοστέο επιτόκιο, με την επιφύλαξη της ρύθμισης του άρθρου 8 του ανωτέρω π. διατάγματος κατά την οποία στις περιπτώσεις που οι κοινές διατάξεις, ήτοι, εν προκειμένω, οι ανωτέρω διατάξεις της νομοθεσίας περί δημοσίων έργων, είναι, σε σύγκριση με τις διατάξεις του διατάγματος αυτού, ευνοϊκότερες για το δανειστή, εφαρμόζονται οι κοινές διατάξεις. Εξάλλου, η διάταξη της περ. δ' της παρ. 2 του άρθρου 4 του π.δ. 166/2003 που προβλέπει ότι η υποχρέωση καταβολής τόκων στις δημόσιες συμβάσεις αρχίζει μετά από εξήντα σε κάθε περίπτωση, ήτοι και στην περίπτωση του άρθρου 4 παρ. 2 περ. β' του ως άνω π. διατάγματος, (κατά την οποία η τοκοφορία αρχίζει από την ολοκλήρωση της διαδικασίας αποδοχής και ελέγχου), δεν υπερισχύει των ανωτέρω διατάξεων της παρ. 10 του άρθρου 5 του ν. 1418/1984 και του άρθρου 53 παρ. 9 του, κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 3669/2008, κώδικα της νομοθεσίας περί κατασκευής δημοσίων έργων, διότι οι τελευταίες αυτές διατάξεις είναι ευνοϊκότερες για το δανειστή, αφού, σύμφωνα με αυτές, η υποχρέωση καταβολής τόκων, για καθυστέρηση πληρωμής λογαριασμού, αρχίζει ένα μήνα από τη λήξη της μηνιαίας προθεσμίας ελέγχου και διόρθωσης του λογαριασμού από τη διευθύνουσα υπηρεσία, σύμφωνα δε με το άρθρο 8 του ανωτέρω π.δ. 166/2003, στις περιπτώσεις που οι κοινές διατάξεις είναι, σε σύγκριση με τις διατάξεις του εν λόγω π. διατάγματος, ευνοϊκότερες για το δανειστή, εφαρμόζονται οι κοινές διατάξεις, (βλ. ΣτΕ 3526/5.10.2015 επταμ.).
.........
9.         Επειδή, η ανωτέρω κρίση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, κατά την οποία ο οφειλόμενος στις αναιρεσίβλητες τόκος για την καθυστέρηση εξόφλησης των ανωτέρω πιστοποιήσεων του επίδικου έργου πρέπει να υπολογισθεί με βάση το άρθρο 4 παρ. 4 του π.δ. 166/2003, είναι νόμιμη, κατά τα εκτιθέμενα στις σκέψεις 5 και 7 και πρέπει να απορριφθεί ο, προβαλλόμενος καθ' ερμηνεία του δικογράφου της υπό κρίση αίτησης, λόγος αναιρέσεως κατά τον οποίο ως προς τον ανωτέρω τόκο υπερημερίας είναι εφαρμοστέο το προβλεπόμενο από το άρθρο 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου, (κ.δ. της 26.6/10.7.1944 - Α' 139), επιτόκιο 6 %, που εφαρμόζεται και για τις οφειλές των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, σύμφωνα με το ν.δ. 31/1968 και ήδη το άρθρο 276 παρ. 3 του, κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006, Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων. Εξάλλου, ο λόγος αναιρέσεως κατά τον οποίο η ανωτέρω κρίση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης είναι εσφαλμένη, διότι, εν προκειμένω, δεν είναι εφαρμοστέα, ως κείμενη εκτός εξουσιοδοτήσεως της διατάξεως βάσει της οποίας έγινε η κωδικοποίηση, η διάταξη του άρθρου 53 παρ. 9 του, κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 3669/2008, Κώδικα της νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων, πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελής, διότι με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση κρίθηκε ότι εφαρμόζεται ως προς τον οφειλόμενο στις αναιρεσίβλητες τόκο υπερημερίας η διάταξη του άρθρου 4 του π.δ. 166/2003 αυτοτελώς και όχι κατά παραπομπή από τη διάταξη του άρθρου 53 παρ. 9 του ανωτέρω Κώδικα.
...........


ΠΗΓΗ: ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ''ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ''

Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2015

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 15 / 2015(Ολομέλεια Πολιτικές )

ΚΡΙΣΗ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΟΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΠΛΑΣΜΑΤΙΚΗ ΕΓΚΡΙΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΕΡΓΟΥ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΠΕΡΕΛΕΥΣΗΣ ΤΡΙΜΗΝΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΟΒΟΛΗ ΑΠΕ
(ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ)
..................
ΙΙ. Με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρ. 8 ν. 1418/1984, όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρ. 15§2 του ν. 3212/2003 και οι τροποποιούμενες διατάξεις της εφαρμόζονται κατά το άρθρ. 237 του νόμου αυτού και στις συμβάσεις έργων, για τα οποία δεν έχει εκδοθεί βεβαίωση περαίωσης εργασιών, ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: "Το έργο εκτελείται, σύμφωνα με τη σύμβαση και τα τεύχη και σχέδια που τη συνοδεύουν. Αν προκύψει ανάγκη εκτέλεσης συμπληρωματικών εργασιών, που δεν περιλαμβάνονται στο αρχικά ανατεθέν έργο, ούτε στην πρώτη συναφθείσα σύμβαση και οι οποίες κατέστησαν, κατά την εκτέλεση του έργου, αναγκαίες, λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων. με τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην περίπτωση δ' της παρ. 3 του άρθρ. 8 του π.δ/τος 334/2000, συνάπτεται σύμβαση με τον ανάδοχο του έργου. Για τον καθορισμό των νέων τιμών μονάδας των συμπληρωματικών εργασιών εφαρμόζονται οι διατάξεις των παρ. 3 και 4 του άρθρ. 43 του π.δ/τος 609/1985, όπως κάθε φορά ισχύουν. Η εκτέλεση των συμπληρωματικών εργασιών είναι υποχρεωτική για τον ανάδοχο του έργου και προκειμένου να υπογραφεί η σύμβαση ανάθεσης των συμπληρωματικών εργασιών απαιτείται γνώμη του οικείου Τεχνικού συμβουλίου ...". Το άρθρο 43 του π.δ/τος 609/1985, όπως μετά και τις τροποποιήσεις με το άρθρ. Ι9§2 ν. 2947/2001 ισχύει, ορίζει. Στην παράγραφο 1: "Ο φορέας κατασκευής του έργου έχει το δικαίωμα, κατά τη διάρκεια κατασκευής του έργου, να αναθέτει την εκτέλεση συμπληρωματικών, μόνο, εργασιών σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρ. 8 ν. 1418/1984 ... Για την εκτέλεση των ανωτέρω συμπληρωματικών εργασιών απαιτείται η σύναψη σύμβασης". Στην παράγραφο 2: "Κάθε σύμβαση επόμενης της αρχικής συνοδεύεται από Ανακεφαλαιωτικό Πίνακα Εργασιών, που ιδίως περιλαμβάνει τις ενδείξεις των εργασιών, τις τιμές μονάδος των εργασιών, τα μεγέθη των ποσοτήτων, τις δαπάνες του προϋπολογισμού του αρχικά ανατεθέντος έργου, του προϋπολογισμού της αμέσως προηγούμενης σύμβασης και του προϋπολογισμού τής προς κατάρτιση καινούργιας σύμβασης ...". Στην παράγραφο 3: "Αν στο συγκριτικό, (ήδη ανακεφαλαιωτικό), πίνακα περιλαμβάνονται και εργασίες για τις οποίες δεν υπάρχουν τιμές μονάδας, ο συγκριτικός πίνακας συνοδεύεται από πρωτόκολλο που κανονίζει τις τιμές για τις εργασίες αυτές ...". Και στην παράγραφο 5: "0ι συγκριτικοί, (ανακεφαλαιωτικοί), πίνακες και τα πρωτόκολλα κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών που τους συνοδεύουν συντάσσονται από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία και υπογράφονται από τον ανάδοχο ανεπιφύλακτα ή με επιφύλαξη. Αν ο ανάδοχος αρνηθεί την υπογραφή, του κοινοποιείται ο συγκριτικός πίνακας και τα πρωτόκολλα σύμφωνα με το άρθρ. 291. Στην περίπτωση αυτή, όπως και στην περίπτωση που ο ανάδοχος υπέγραψε τα σχετικά έγγραφα με επιφύλαξη, δικαιούται να υποβάλει ένσταση. Ο συγκριτικός Πίνακας και τα πρωτόκολλα νέων Τιμών εγκρίνονται από την Προϊσταμένη Αρχή, στην οποία διαβιβάζονται μαζί με την τυχόν ένσταση του αναδόχου, (και με) αιτιολογική έκθεση για την ανάγκη των τροποποιήσεων, τον τρόπο κανονισμού των τιμών και με κάθε σχετική πληροφορία. Αν έχει υποβληθεί ένσταση, διατυπώνεται και η γνώμη της Διευθύνουσας Υπηρεσίας στο περιεχόμενο της ένστασης αυτής. Μετά την έγκριση του συγκριτικού πίνακα ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να εκτελέσει τις σχετικές εργασίες, χωρίς αυτό να θίγει τα δικαιώματά του για επίλυση της τυχόν διαφοράς". Με τις διατάξεις αυτές δεν ορίζεται προθεσμία για την έγκριση του Ανακεφαλαιωτικού Πίνακα Εργασιών (ΑΠΕ) και των Πρωτοκόλλων Καθορισμού Τιμών Μονάδας Νέων Εργασιών (ΠΚΤΜΝΕ), από την Προϊσταμένη Αρχή που επιβλέπει την κατασκευή του έργου, όμως, η έγκριση δεν μπορεί να θεωρηθεί τελικά απρόθεσμη, αφού αποτελεί προϋπόθεση για την πιστοποίηση στη συνέχεια των εργασιών που πράγματι εκτέλεσε ο εργολάβος και τη σύνταξη απ' αυτόν του λογαριασμού για την πληρωμή της αμοιβής του η καθυστέρηση της οποίας δημιουργεί, υπέρ αυτού, αξίωση καταβολής τόκων υπερημερίας, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στα άρθ. 5 παρ. 9 και 10 ν. 1418/1984 (όπως οι παράγραφοι αυτές αναριθμήθηκαν με το άρθρ. 1 ν. 2940/2001) και 40 π.δ/τος 609/1985. Έτσι, η έγκριση του ΑΠΕ και των Πρωτοκόλλων Καθορισμού Τιμών Μονάδας Νέων Εργασιών (ΠΚΤΜΝΕ), πρέπει, ενόψει της ανάγκης ταχείας περατώσεως των δημόσιων έργων και της άνευ καθυστερήσεως πληρωμής του αναδόχου να διενεργείται εντός ευλόγου χρόνου, τέτοιος δε κρίνεται, ότι αποτελεί το τρίμηνο από την υποβολή τους προς έγκριση στην Προϊσταμένη Αρχή. Παρέπεται ότι με την άπρακτη πάροδο του τριμήνου αυτού ο ΑΠΕ και τα Πρωτόκολλα Καθορισμού Τιμών Μονάδας Νέων Εργασιών (ΠΚΤΜΝΕ) θεωρούνται αυτοδικαίως, έκτοτε εγκεκριμένα, με συνέπεια τυχόν μεταγενέστερη έγκρισή τους να είναι τυπική και να επιβεβαιώνει, απλώς, την προηγούμενη αυτοδίκαιη έγκρισή τους, γι' αυτό και δεν μπορεί πλέον η Προϊσταμένη Αρχή να τροποποιήσει τα στοιχεία τους (ΣτΕ 1674/1997, 4452/2001, 619/2003, 377/2006). Ανάκληση της άνω πράξεως δεν νοείται, δεδομένου ότι .επί ιδιωτικών συμβάσεων, όλες. οι σχετικές μ' αυτήν αποφάσεις του εργοδότη ή του φορέα του έργου δεν έχουν διοικητικό χαρακτήρα, αλλά αποτελούν απλές μονομερείς δηλώσεις παραστάσεως ή βουλήσεως, που δεν έχουν έννομες συνέπειες ανατρέψιμες με ακυρωτική προσφυγή και πάσχουν, ενδεχομένως, ακυρότητα ή ακυρωσία κατά τις διατάξεις του ΑΚ, εάν παράγουν αποτελέσματα ως μονομερείς δικαιοπραξίες. Εξάλλου, ναι μεν στον ΑΠΕ που συντάσσεται για τις νέες εργασίες δεν υπάρχει λόγος να περιληφθούν και εργασίες της αρχικής σύμβασης, όμως. αν παρόλα αυτά περιληφθούν, ο ΑΠΕ δεν είναι για μόνο το λόγο αυτό άκυρος και μπορεί να εγκριθεί ρητά ή σιωπηρά με την άπρακτη πάροδο της ως άνω τρίμηνης προθεσμίας. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που περιληφθούν στον ΑΠΕ νέες μεν εργασίες, οι οποίες, όμως, έχουν ήδη εκτελεσθεί, δηλαδή ολοκληρώθηκαν πριν εγκριθεί ακολούθως ρητά ή σιωπηρά ο ΑΠΕ. Και ναι μεν η διάταξη του αρθ. 43 του π.δ/τος 609/85 καθιερώνει ως προϋπόθεση για την εκτέλεση των περιλαμβανομένων στον ΑΠΕ εργασιών την προηγούμενη έγκριση του, πλην, όμως, ενόψει του πνεύματος της περί δημοσίων έργων νομοθεσίας που επιβάλλει να αποφεύγονται οι άσκοπες παρατάσεις προθεσμιών των εν λόγω έργων και την αδικαιολόγητη αναθεώρηση των τιμών που προσαυξάνουν ανεπίτρεπτα το κόστος της κατασκευής τους καθώς και των αρχών της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών που πρέπει να διέπουν τη συμβατική σχέση μεταξύ του αναδόχου και του κυρίου του έργου, νόμιμα εκτελούνται οι ανωτέρω εργασίες και πριν την έγκρισή τους. εφόσον δεν αντιτίθεται σ' αυτό ο ανάδοχος και ο πίνακας εγκρίνεται τελικά απλώς προς τακτοποίηση των ποσοτήτων των εργασιών του έργου προκειμένου ο ανάδοχος να αναλάβει την αμοιβή του. καθόσον δεν είναι δυνατόν να διακόπτονται κάθε φορά οι εργασίες εκτέλεσης του έργου εωσότου συνταχθεί και εγκριθεί ο ΑΠΕ. Βέβαια, θα μπορούσε ο ανάδοχος του έργου να αναμένει την έγκριση του ΑΠΕ και μετά να συνεχίσει την εκτέλεση των σ' αυτόν (ΑΠΕ) αναφερομένων εργασιών, πλην όμως αυτό, θα είχε ως συνέπεια, κάθε φορά, να διακόπτονται οι εργασίες εκτέλεσης του έργου, ωσότου συνταχθεί και εγκριθεί ο ΑΠΕ, κάτι που είναι αντίθετο στην ανάγκη ταχείας περατώσεως των δημόσιων έργων και της άνευ καθυστερήσεως πληρωμής του αναδόχου.
.............

Πηγή: ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ, www.areiospagos.gr

ΣΤΕ 4446/2015 Ολ.

ΣΤΕ 4446/2015 Ολομέλεια: Ακυρώνεται η παράλειψη της Διοίκησης να προβεί στην έκδοση απόφασης αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων της χώρας. Ως χρόνος έναρξης ισχύος της απόφασης που υποχρεούται να εκδώσει η Διοίκηση ορίζεται η 21/5/2015.
(πηγη: ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ www.ste.gr)