Αρχειοθήκη ιστολογίου

Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2020

ΑΧΡΕΩΣΤΗΤΩΣ ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΙΣΕΣ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ


ΑΧΡΕΩΣΤΗΤΩΣ ΕΙΣΠΡΑΧΘΕΙΣΕΣ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ / ΕΝΝΟΙΑ ΔΟΛΟΥ, ΕΙΔΙΚΗ ΑΙΤΟΛΟΓΗΣΗ/ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΠΙΕΙΚΕΙΑΣ

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΥΠ.ΑΡΙΘ.18633/ΚΥ/2019 ΑΠΟΦΑΣΗΣ (ΕΦΚΑ) ΟΓΑ

...γ. Επειδή, όπως παγίως δέχεται η νομολογία, η αναζήτηση των συντάξεων που κατεβλήθησαν αχρεωστήτως δεν επιβάλλεται άνευ ετέρου, διότι, η εκ μέρους ασφαλιστικού οργανισμού, αναζήτηση από το λήπτη περιοδικών ασφαλιστικών παροχών μετά την πάροδο εύλογου χρόνου από την είσπραξή τους, ακόμη και όταν οι παροχές αυτές έχουν καταβληθεί αχρεωστήτως, πλην, όμως, ο ασφαλισμένος τις έχει εισπράξει καλοπίστως, προσκρούει στη γενική αρχή της χρηστής διοικήσεως, η οποία έχει εφαρμογή και στο δίκαιο της κοινωνικής ασφαλίσεως. Παρά ταύτα, η αναζήτηση των ποσών των αχρεωστήτως καταβληθεισών συντάξεων, είναι, κατ' αρχήν, επιτρεπτή, ακόμη και σε περίπτωση καλόπιστου λήπτη, εάν το διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της εισπράξεως και της αναζητήσεως είναι μικρό, εκτός εάν αυτός που έχει εισπράξει, παρανόμως, πλην καλοπίστως, τις χρηματικές ασφαλιστικές παροχές, επικαλεστεί και αποδείξει ότι η επιστροφή τους θα επιφέρει εις βάρος του απρόβλεπτες και δυσμενείς για τη διαβίωσή του συνέπειες (πρβλ. ΣτΕ 1316/2014, ΣτΕ 928/2009, ΣτΕ 153/2008, ΣτΕ 387/1993). Επίσης, η αναζήτηση των αχρεωστήτως καταβληθεισών συντάξεων είναι επιτρεπτή σε περίπτωση, κατά την οποία ο εισπράξας τα ποσά ασφαλιστικών παροχών τελούσε σε δόλο έναντι της Διοικήσεως, η συνδρομή, όμως, στοιχείου του δόλου, που αποτελεί τη νόμιμη βάση της αναζητήσεως, πρέπει να βεβαιώνεται στη σχετική διοικητική πράξη με ειδική αιτιολογία (ΣτΕ 590/2010, ΣτΕ 2291/2009, ΣτΕ 3322/2008, ΣτΕ 1835/2007, ΣτΕ2010/2006, ΣτΕ 1619/2006 7Μ., ΣτΕ 827/2005, ΣτΕ 1876/2002 κ.α.). Ως δόλια ενέργεια νοείται και η εκ μέρους του λήπτη αποσιώπηση ουσιώδους πραγματικού γεγονότος (ΣτΕ 3587/2011). Ο εις βάρος του καλόπιστου λήπτη καταλογισμός των αχρεωστήτως καταβληθέντων παροχών είναι δυνατόν να αποκλεισθεί εάν υπό τις περιστάσεις της εκάστοτε υποθέσεως παραβιάζονται οι αρχές της επιεικείας ή της χρηστής Διοικήσεως και της προστατευομένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου, με τη δημιουργία δυσμενών οικονομικών συνεπειών για τον τελευταίο (πρβλ όλως ενδεικτικώς ΣτΕ 4348/1988) καθώς και όταν συντρέχει συγγνωστή πλάνη του καταλογιζομένου (πρβλ ΟλΕΣ 1756/2015, ΕΣ 2291/2014, ΕΣ 7/2010).
δ. Τέλος, ναι μεν στο άρθρο μόνο του α.ν. 261/1968 ορίζεται ότι η ανάκληση διοικητικής πράξεως σε χρόνο μικρότερο της πενταετίας από την έκδοση της θεωρείται ότι γίνεται εντός εύλογου χρόνου, πλην, όμως, το άρθρο αυτό δεν ορίζει ότι μετά την πάροδο της πενταετίας ανάκληση γίνεται πέραν του εύλογου χρόνου και ότι, επομένως, η ανάκληση αυτή απαγορεύεται (βλ.ad hoc ΔΠρωτΑθ 4871/2015). Το ζήτημα δεν της υπερβάσεως ή μη του ευλόγου χρόνου για την ανάκληση της διοικητικής πράξεως κρίνεται in concreto, δηλαδή με βάση τα δεδομένα της εκάστοτε περιπτώσεως (ΣτΕ 1334/2009, ΣτΕ 1305/2009, ΣτΕ 227/2006 και ΔΠρωτΑθ 4871/20015).

4. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι ο αντιλέγων ΜΨ υπέβαλε την υπ' αριθ. πρωτ.: 776/15.10.2007 αίτηση-δήλωσή του προς τον Ο.Γ.Α., με αίτημα την χορήγηση συντάξεως. Στη σχετική ερώτηση που περιλαμβανόταν στο έντυπο της ως άνω αιτήσεως εάν απουσίασε από τον τόπο των επαγγελματικών του ασχολιών και σε καταφατική περίπτωση ποιο χρονικό διάστημα απουσίασε και για ποιο λόγο, ο αντιλέγων δήλωσε ότι δεν απουσίασε ποτέ από τον τόπο των επαγγελματικών ασχολιών. Επίσης, δήλωσε σε αυτή ότι ήταν ασφαλισμένος στο Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο (Ν.Α.Τ.). Σε συνέχεια της εν λόγω αιτήσεως-δηλώσεως εξεδόθη η υπ' αριθμόν () απόφαση του Ο.Γ.Α., δια της οποίας του χορηγήθηκε σύνταξη, λόγω γήρατος (κύρια σύνταξη με συνυπολογισμό του χρόνου ασφαλίσεώς του στο Ν.Α.Τ. και βασική), από 1.7.2008. Ακολούθως, από το από 16.12.2016 υπηρεσιακό σημείωμα του Κλάδου Διεθνών Σχέσεων-Τμήμα εκτός Ευρωπαϊκής Ενώσεως προέκυψε ότι ο αντιλέγων διέμενε στην Αυστραλία κατά τα χρονικά διαστήματα από 10.6.1971 έως 22.3.1997, από 11.2.1982 έως 18.4.1986 και από 19.9.1993 έως 16.6.1996. Με την υπ' αριθμόν () απόφαση της Προϊσταμένης του Τμήματος Α7 Διαδοχικής Ασφαλίσεως του Κλάδου Α' Συντάξεως του Ο.Γ.Α (νυν Ε.Φ.Κ.Α.) ανακλήθηκε η ως άνω υπ' αριθμόν () απόφαση συνταξιοδοτήσεως ως προς το ποσό που αφορά τη βασική σύνταξη, λόγω γήρατος, από της ενάρξεως (1.7.2008), ελλείψει των νομίμων προϋποθέσεων. Από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει εάν ασκήθηκε από τον αντιλέγοντα ένσταση κατ΄αυτής, εντός της προβλεπόμενης υπό του νόμου προθεσμίας.
Στη συνέχει, εξεδόθη η υπ' αριθμόν () απόφαση του Αναπληρωτή Προϊσταμένου της Ε' Διευθύνσεως Μητρώου Συνταξιούχων και Πληρωμής Συντάξεων του Ε.Φ.Κ.Α., διά της οποίας αποφασίσθηκε η επιστροφή από τον αντιλέγοντα του ποσού των 29.179,91 ευρώ, που εισέπραξε για την ανωτέρω αιτία, κατά το χρονικό διάστημα από 1.7.2008 έως 31.5.2017 και η αναστολή καταβολής της συντάξεως έως ότου η οφειλή καταστεί χαμηλότερη του ποσού που αντιστοιχεί σε δώδεκα (12) μηνιαίες συντάξεις, οπότε θα κρατεί το ήμισυ της μηνιαίας συντάξεως έως την εξόφληση του εν λόγω ποσού. Κατά της εν λόγω αποφάσεως ο αντιλέγων άσκησε την από κρίση, αίτησή του, στην οποία ισχυρίζεται ότι όταν υπέβαλε την αίτηση προς τον πρώην Ο.Γ.Α. για τη συνταξιοδότησή του και εκδόθηκε η σχετική απόφαση συνταξιοδοτήσεως δεν ήταν σε ισχύ η διμερής συμφωνία Ελλάδας-Αυστραλίας, η οποία κυρώθηκε με το ν. 3677/2008 και ίσχυσε από 1.10.2008. Επίσης, ισχυρίζεται ότι καλόπιστα και άνευ δόλου ελάμβανε σύνταξη γήρατος από τον Ο.Γ.Α., ενώ, εξάλλου, ο διοικητικός καταλογισμός και η αναζήτηση των συντάξεων που ελάμβανε καλόπιστα από τον Ο.Γ.Α., αντιβαίνει στις γενικές αρχές ανακλήσεως των διοικητικών πράξεων και θέτει σε διακινδύνευση τη διαβίωσή του.
...Επειδή ενόψει όλων των προπαρατεθέντων δημιουργείται αμφιβολία ως προς τον δόλο του αντιλέγοντος κατά την είσπραξη της συντάξεώς του, το παρόν όργανο, λαμβάνοντας υπόψη το προχωρημένο της ηλικίας του, τα προβλήματα υγείας του κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, επιδεινώνονται με το πέρας της ηλικίας και την οικονομική του κατάσταση, κρίνει ότι η, εκ μέρους του αντιλέγοντος επιστροφή του συνόλου του καταλογισθέντος χρηματικού ποσού των 29.179,91 ευρώ θα του επιφέρει απρόβλεπτες και δυσμενείς για τη διαβίωσή του συνέπειες και, ως εκ τούτου, στη συγκεκριμένη περίπτωση ο καταλογισμός θα πρέπει να περιοριστεί, βάσει της αρχής της επιείκειας στο ποσό των 3000 ευρώ.

Πρέπει συνεπώς να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, κατά μερική αποδοχή της υπό κρίση αιτήσεως αντιρρήσεως, κατά το επιπλέον ποσό των 26.179,91 ευρώ.

(Δικηγόρος αντιλέγοντος: Ελένη Κυραρίνη)