Αρχειοθήκη ιστολογίου

Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2015

ΥΑ Φ11321/οικ.47523/1570 (ΦΕΚ Β' 2311/26-10-2015 )


ΘΑ ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΙ ΑΝΑΛΥΣΗ

«Σταδιακή αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης μέχρι την 1.1.2022, σύμφωνα με τους πίνακες της περίπτωσης 6, της υποπαραγράφου Ε3, της παραγράφου Ε, του άρθρου 2 του ν.4336/2015 (ΦΕΚ 94, Α΄)»

............
Άρθρο 1
  1. Τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης λόγω γήρατος των ασφαλισμένων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένης της Τράπεζας της Ελλάδος, που μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4336/2015 δεν έχουν θεμελιώσει δικαίωμα πλήρους ή μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος, αυξάνονται σταδιακά έως την 1.1.2022 σύμφωνα με τους πίνακες 1 και 2 της περίπτωσης 6, της υποπαραγράφου Ε3, της παραγράφου Ε, του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 και διαμορφώνονται σε έτη και μήνες ως εξής :
Πίνακας 1
Πλήρης σύνταξη
Όριο ηλικίας: 62


Από ισχύος του νόμου έως 31-12-2015



2015
2016
2017
2018
Ηλικία
Ηλικία συνταξιοδότησης
Ηλικία
Ηλικία συνταξιοδότησης
Ηλικία
Ηλικία συνταξιοδότησης
Ηλικία
Ηλικία συνταξιοδότησης
50
55
50
56
50
57
50
58
51
55
51
56
51
57
51
58
52
55
52
56
52
57
52
58
53
55 & 11 μην.
53
56 & 9 μην
53
57 & 8 μην.
53
58 & 6 μην.
54
55 & 11 μην.
54
56 & 9 μην
54
57 & 8 μην.
54
58 & 6 μην.
55
55 & 11 μην.
55
56 & 9 μην
55
57 & 8 μην.
55
58 & 6 μην.
56
56 & 9 μην.
56
57 & 6 μην
56
58 & 3 μην.
56
59
57
57 & 8 μην.
57
58 & 3 μην
57
58 & 11 μην.
57
59 & 6 μην.
58
58 & 6 μην.
58
59
58
59 & 6 μην.
58
60
59
59 & 5 μην.
59
59 & 9 μην
59
60 & 2 μην.
59
60 & 6 μην.
60
60 & 3 μην.
60
60 & 6 μην
60
60 & 9 μην.
60
61
61
61 & 2 μην.
61
61 & 3 μην
61
61 & 5 μην.
61
61 & 6 μην.
62
62
62
62
62
62
62

62

2019
2020
2021
2022
Ηλικία
Ηλικία συνταξιοδότησης
Ηλικία
Ηλικία συνταξιοδότησης
Ηλικία
Ηλικία συνταξιοδότησης
Ηλικία
Ηλικία συνταξιοδότησης
50
59
50
60
50
61
50
62
51
59
51
60
51
61
51
62
52
59
52
60
52
61
52
62
53
59 & 5 μην.
53
60 & 3 μην.

53
61 & 2 μην.
53
62
54
59& 5 μην.
54
60& 3 μην.
54
61& 2 μην.
54
62
55
59& 5 μην.
55
60& 3 μην.
55
61& 2 μην.
55
62
56
59& 9 μην.
56
60& 6 μην.
56
61& 3 μην.
56
62
57
60 & 2 μην.
57
60& 9 μην.
57
61& 5 μην.
57
62
58
60 & 6 μην.
58
61
58
61& 6 μην.

58
62
59
60 & 11 μην.
59
61 & 3 μην.
59
61& 8 μην.
59
62
60
61 & 3 μην.
60
61 & 6 μην.
60
61& 9 μην.
60
62
61
61 & 8 μην.
61
61 & 9 μην.
61
61& 11 μην.
61
62
62
62
62
62
62
62
62
62

Πίνακας 2
Πλήρης σύνταξη
Όριο ηλικίας: 67


Από ισχύος του νόμου έως 31-12-2015



2015
2016
2017
2018
Ηλικία
Ηλικία συνταξιοδότησης
Ηλικία
Ηλικία συνταξιοδότησης
Ηλικία
Ηλικία συνταξιοδότησης
Ηλικία
Ηλικία συνταξιοδότησης
50
55
50
56 & 9 μην
50
58 & 5 μην
50
60 & 2 μην
51
55
51
56 & 9 μην
51
58 & 5 μην
51
60 & 2 μην
52
55
52
56 & 9 μην
52
58 & 5 μην
52
60 & 2 μην
53
56 & 6 μην
53
58
53
59 & 6 μην
53
61
54
56 & 6 μην
54
58
54
59 & 6 μην
54
61
55
56 & 6 μην
55
58
55
59 & 6 μην
55
61
56
57 & 5 μην
56
58 & 9 μην
56
60 & 2 μην
56
61 & 6 μην
57
58 & 3 μην
57
59 & 6 μην
57
60 & 9 μην
57
62
58
59 & 2 μην
58
60 & 3 μην
58
61 & 5 μην
58
62 & 6 μην
59
60
59
61
59
62
59
63
60
60 & 11 μην
60
61 & 9 μην
60
62 & 8 μην
60
63 & 6 μην
61
61 & 9 μην
61
62 & 6 μην
61
63 & 3 μην
61
64
62
62 & 8 μην
62
63 & 3 μην
62
63 & 11 μην

62
64 & 6 μην
63
63 & 6 μην
63
64
63
64 & 6 μην
63
65
64
64 & 5 μην
64
64 & 9 μην
64
65 & 2 μην
64
65 & 6 μην
65
65 & 3 μην
65
65 & 6 μην
65
65 & 9 μην
65
66
66
66 & 2 μην
66
66 & 3 μην
66
66 & 5 μην
66
66 & 6 μην
67
67
67
67
67
67
67
67

2019
2020
2021
2022

Ηλικία
Ηλικία συνταξιοδότησης
Ηλικία
Ηλικία συνταξιοδότησης
Ηλικία
Ηλικία συνταξιοδότησης
Ηλικία
Ηλικία συνταξιοδότησης
50
61 & 10 μην
50
63 & 7 μην
50
65 & 3 μην
50
67
51
61 & 10 μην
51
63 & 7 μην
51
65 & 3 μην
51
67
52
61 & 10 μην
52
63 & 7 μην
52
65 & 3 μην
52
67
53
62 & 6 μην
53
64
53
65 & 6 μην
53
67
54
62 & 6 μην
54
64
54
65 & 6 μην
54
67
55
62 & 6 μην
55
64
55
65 & 6 μην
55
67
56
62 & 11 μην
56
64 & 3 μην
56
65 & 8 μην
56
67
57
63 & 3 μην
57
64 & 6 μην
57
65 & 9 μην
57
67
58
63 & 8 μην
58
64 & 9 μην
58
65 & 11 μην
58
67
59
64
59
65
59
66
59
67
60
64 & 5 μην
60
65 & 3 μην
60
66 & 2 μην
60
67
61
64 & 9 μην
61
65 & 6 μην
61
66 & 3 μην
61
67
62
65 & 2 μην
62
65 & 9 μην
62
66 & 5 μην
62
67
63
65 & 6 μην
63
66
63
66 & 6 μην
63
67
64
65 & 11 μην
64
66 & 3 μην
64
66 & 8 μην
64
67
65
66 & 3 μην
65
66 & 6 μην
65
66 & 9 μην
65
67
66
66 & 8 μην
66
66 & 9 μην
66
66 & 11 μην
66
67
67
67
67
67
67
67
67
67









  1. Στις περιπτώσεις που τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης έως την έναρξη της ισχύος του ν. 4336/2015 δεν ορίζονταν σε ακέραια έτη, η νέα μεταβατική ηλικία συνταξιοδότησης που αντιστοιχεί στη στήλη «Ηλικία συνταξιοδότησης» των Πινάκων 1 και 2 διαμορφώνεται σύμφωνα με τους ακόλουθους μαθηματικούς τύπους.
Ειδικότερα:
Όπου προβλεπόταν από προηγούμενες του ν. 4336/2015 γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις ή προβλέπεται βάσει της περίπτωσης 2β της υποπαραγράφου Ε3 της παραγράφου Ε του άρθρου 2 του ν. 4336/2015:
α) όριο ηλικίας συνταξιοδότησης έως και μικρότερο των 53 ετών, το οποίο συμπληρώνεται στο β’ εξάμηνο του 2015, το νέο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης είναι ,

β) όριο ηλικίας συνταξιοδότησης από 53 έως και 55 ετών, το οποίο συμπληρώνεται στο β’ εξάμηνο του 2015, το νέο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης είναι :
  • , αν το γενικό όριο ηλικίας συνταξιοδότησης που αντιστοιχεί στην ηλικία είναι το 67ο.
  • , αν το γενικό όριο ηλικίας συνταξιοδότησης που αντιστοιχεί στην ηλικία είναι το 62ο.

γ) όριο ηλικίας συνταξιοδότησης έως και 55 ετών, το οποίο συμπληρώνεται από το έτος 2016 έως και το έτος 2022, το νέο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης προκύπτει από τον ακόλουθο τύπο :
Όπου οι αντίστοιχες ηλικίες των περιπτώσεων α) και β).

δ) όριο ηλικίας συνταξιοδότησης μεγαλύτερο των 55 ετών το οποίο συμπληρώνεται από το β’ εξάμηνο του 2015 έως και το έτος 2022, το νέο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης προκύπτει από τον ακόλουθο τύπο :
Όπου :
Όριο ηλικίας συνταξιοδότησης όπως αυτό προβλεπόταν ως την ημερομηνία ισχύος του ν. 4336/2015 ή όπως προβλέπεται σύμφωνα με τη διάταξη του Μέρους Β, άρθρου 2, της παραγράφου Ε, της υποπαραγράφου Ε.3. 2β)
Γενικό όριο ηλικίας συνταξιοδότησης που αντιστοιχεί στην ηλικία
Έτος κατά το οποίο ο ασφαλισμένος συμπληρώνει την ηλικία και συγκεκριμένα :
β’ εξάμηνο 2015
2016
2017
2018
2019
2020
2021
2022

Νέο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης όπως αυτό διαμορφώνεται με βάση το έτος κατά το οποίο ο ασφαλισμένος συμπληρώνει την ηλικία

3. Επεξήγηση πινάκων και εννοιών

Α. Στήλη «Ηλικία»: εμφανίζει την ηλικία θεμελίωσης πλήρους ή μειωμένης σύνταξης, όπως αυτή προβλεπόταν από τις γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις πριν την ισχύ του ν. 4336/2015.
Στήλη «Ηλικία συνταξιοδότησης»: εμφανίζει το νέο κατά περίπτωση όριο ηλικίας πλήρους ή μειωμένης σύνταξης από την ισχύ του ν. 4336/2015 και μέχρι 31.12.2021.


Β. Κατοχυρωμένο συνταξιοδοτικό δικαίωμα: υφίσταται όταν ο ασφαλισμένος έχει τη δυνατότητα να συνταξιοδοτηθεί με τις προϋποθέσεις που διαμορφώνονται και ισχύουν κατά το έτος συμπλήρωσης του απαιτούμενου κατά περίπτωση χρόνου ασφάλισης ή ορίου ηλικίας, σύμφωνα με το προγενέστερο του ν. 4336/2015 νομοθετικό πλαίσιο.

Γ. Oι ασφαλισμένοι (είτε υπάγονται στον Πίνακα 1 είτε στον Πίνακα 2) που συμπληρώνουν το κατά περίπτωση ισχύον, βάσει του προγενέστερου του ν. 4336/2015 νομοθετικού πλαισίου, όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, αποκτούν δικαίωμα λήψης πλήρους ή μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος με τη συμπλήρωση του (σύμφωνα με τους Πίνακες 1 και 2) ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης που αντιστοιχεί στο ημερολογιακό έτος κατά το οποίο συμπληρώνεται το ισχύον, κατά περίπτωση ασφαλισμένου, όριο ηλικίας συνταξιοδότησης βάσει του προγενέστερου του ν. 4336/2015 νομοθετικού πλαισίου.
Οι ασφαλισμένοι για τους οποίους, βάσει του προγενέστερου του ν. 4336/2015 νομοθετικού πλαισίου, δεν προβλεπόταν όριο ηλικίας για θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος λόγω γήρατος, αποκτούν δικαίωμα λήψης σύνταξης με τη συμπλήρωση του μεταβατικού νέου ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης της στήλης «ηλικία συνταξιοδότησης» του Πίνακα 1 που αντιστοιχεί στο ημερολογιακό έτος κατά το οποίο συμπληρώνουν το κατά περίπτωση προβλεπόμενο όριο ηλικίας της περίπτωσης 2β της υποπαραγράφου Ε3 της παραγράφου Ε του άρθρου 2 του ν. 4336/2015.
Σε περίπτωση που το προβλεπόμενο από τους Πίνακες 1 και 2 μεταβατικό όριο ηλικίας συμπληρώνεται μετά την 1.1.2022, η σύνταξη καταβάλλεται κατά το έτος που συμπληρώνεται το νέο αυτό όριο ηλικίας.

4. Υπαγόμενοι στους πίνακες
Στον Πίνακα 1 εμπίπτουν οι ασφαλισμένοι για τους οποίους, από τις προγενέστερες του ν. 4336/2015 γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις, προβλεπόταν χρόνος ασφάλισης για την κατοχύρωση ή θεμελίωση δικαιώματος συνταξιοδότησης μεγαλύτερος ή ίσος με 10.500 ημέρες (ή 35 έτη) ασφάλισης.
Στον Πίνακα 2 εμπίπτουν οι ασφαλισμένοι που έχουν κατοχυρώσει ή κατοχυρώνουν μία εκ των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης για τη λήψη πλήρους σύνταξης λόγω γήρατος, των οποίων το καταληκτικό όριο ηλικίας πλήρους συνταξιοδότησης, όπως αυτό έχει καθοριστεί από προγενέστερες του ν. 4336/2015 γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις, είναι το 67ο έτος, καθώς και οι ασφαλισμένοι για τους οποίους από τις ίδιες ως άνω προγενέστερες του ν. 4336/2015 διατάξεις προβλεπόταν χρόνος ασφάλισης για την κατοχύρωση ή θεμελίωση δικαιώματος πλήρους συνταξιοδότησης μικρότερος από 10.500 ημέρες (ή 35 έτη) ασφάλισης. Στον ίδιο πίνακα εμπίπτουν όσοι έχουν κατοχυρώσει ή κατοχυρώνουν τις κατά περίπτωση προϋποθέσεις μειωμένης σύνταξης, η οποία ακολουθεί την αντίστοιχη ως ανωτέρω τελικώς καταλήγουσα στο 67ο έτος της ηλικίας προϋπόθεση πλήρους σύνταξης, καθώς και οι ασφαλισμένοι για τους οποίους από τις ίδιες ως άνω προγενέστερες του ν. 4336/2015 διατάξεις, προβλεπόταν χρόνος ασφάλισης για την κατοχύρωση ή θεμελίωση δικαιώματος μειωμένης συνταξιοδότησης μικρότερος από 10.500 ημέρες (ή 35 έτη) ασφάλισης. Για το χρονικό διάστημα μέχρι 31.12.2021 το όριο ηλικίας θεμελίωσης μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος δεν μπορεί να υπερβαίνει το 62ο έτος της ηλικίας, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 11 του ν. 3863/2010 (115, Α΄).
Άρθρο 2

Στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης με προϋποθέσεις μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος το επιπλέον ποσοστό μείωσης 10% υπολογίζεται επί του ποσού της σύνταξης που προκύπτει μετά την προβλεπόμενη στο άρθρο 145 παρ. 3 του ν.3655/2008 (ΦΕΚ 58, Α΄) μείωση και επιβάλλεται μέχρι τη συμπλήρωση του διαμορφούμενου, κατά περίπτωση, νέου ορίου ηλικίας πλήρους συνταξιοδότησης, σύμφωνα με τους ανωτέρω Πίνακες 1 και 2.
Άρθρο 3

Από τις ανωτέρω ρυθμίσεις εξαιρούνται:
A. οι υπαγόμενοι σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, δηλαδή οι υπαγόμενοι στις ακόλουθες διατάξεις, όπως αυτές ισχύουν:
α. του εδαφίου β΄ της παρ. 5 του άρθρου 28 του α.ν 1846/51 ,
β. της παρ. 1 του αρ.20 του ν.997/79, της παρ. 2 του άρθρου 48 του ν. 2084/92,
γ. της παρ.2 του αρθ.13 του ν.2335/95,
δ. το τέταρτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 10 του ν. 825/78,
ε. του άρθρου 43 του ν. 1543/1985
στ. του άρθρου 36 του ν. 1694/1987,
ζ. των παρ. 2ε και 2στ του άρθρου 46 του ν. 2084/92,
η. των παρ. 1-3 του άρθρου 14Α και των παρ. 1 και 2 του άρθρου 14 του π.δ. 913/1978 (220, Α΄)
θ. των παρ. 3 και 5 του άρθρου 24 του ν. 2084/92 καθώς και από τους υπαγόμενους στην παρ. 4 του άρθρου 24 του ν. 2084/92 οι απασχολούμενοι σε οικοδομικές και τεχνικές εργασίες που περιλαμβάνονται στην περίπτωση Α2 της Υ.Α. Φ10221/οικ.26816/929/2-12-2011 (Β΄2778) και το προσωπικό καθαριότητας των ΟΤΑ
B. όσοι συνταξιοδοτούνται είτε με βάση τις διατάξεις του ν. 612/1977, είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές (άρθρο 40 παρ. 8 του ν. 1902/1990, άρθρο 16 παρ. 3 του ν. 2227/1994, άρθρο 2 παρ. 2 του ν. 3075/2002, άρθρο 5 παρ. 1, 3 του ν. 3232/2004, άρθρο 61 παρ. 4 του ν. 3518/2006, άρθρο 37 παρ. 4 του ν. 3996/2011),
Γ. οι ασφαλισμένοι που υπάγονται σε γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις συνταξιοδότησης ως μητέρες και χήροι πατέρες ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία τέκνων.
Άρθρο 4
Θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα μέχρι την έναρξη ισχύος του ν.4336/2015, ήτοι μέχρι και 18.8.2015, στους Οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένης της Τράπεζας της Ελλάδος, λόγω συμπλήρωσης των προϋποθέσεων του απαιτούμενου χρόνου ασφάλισης και ορίου ηλικίας, όπου αυτό προβλέπεται, δεν θίγονται και δύνανται να ασκηθούν οποτεδήποτε.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως
Αθήνα, 23 Οκτωβρίου 2015



ΠΗΓΗ: ΕΘΝΙΚΟ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ

Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2015

ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ


Συντάκτρια: Ελένη Κυραρίνη


Είναι μονομερής αναιτιώδης δικαιοπραξία που αναπτύσσει τα αποτελέσματα της από την περιέλευσή της στον εργαζόμενο.
Ανάκληση: δεν είναι δυνατή η ανάκληση της καταγγελίας μετά από την παράδοση της στον εργαζόμενο. Η συνέχιση της παροχή των υπηρεσιών του εργαζόμενου με κοινή συμφωνία εργαζόμενου –εργοδότη έστω και σιωπηρή θεωρείται νέα σύμβαση εργασίας. Το ίδιο ισχύει και στην καταγγελία με προειδοποίηση όταν η απασχόληση του μισθωτού συνεχίζεται και μετά το χρόνο προειδοποίησης. (ΑΠ 65/2013 ΔΕΝ 2014)

Αποζημίωση απόλυσης: οφείλεται στις περιπτώσεις που η εργασιακή σχέση διήρκεσε πέραν του χρόνου.

Φορολόγηση: υπόκειται σε αυτοτελή φορολόγηση 10%, 20% ή 30% για το ποσό που υπερβαίνει τις 60.000 , 100.000 & 150.000 Ευρώ αντίστοιχα. το ποσό αυτό παρακρατείται και αποδίδεται από τον εργοδότη. (ΑΠ 908/2013 ΔΕΝ 2014)

Δεν οφείλεται αποζημίωση απολύσεως: α) εφόσον η εργασιακή σχέση διήρκεσε λιγότερο από 12 μήνες β) σε περιπτώσεις καταγγελίας λόγω ανωτέρας βίας οριστικής και πλήρους για την οποία δεν είναι ασφαλισμένος ο εργοδότης. άρθ.1,2,6 ν.2112/20 (πχ απαγόρευση της δραστηριότητας του εργοδότη, σοβαρή ασθένεια εργοδότη, καταστροφή επιχείρησης, γ) σε περίπτωση απόλυσης μετά από μήνυση και δίωξη του εργαζόμενου τουλάχιστον για πλημμέλημα δ) σε περίπτωση εξαναγκασμού σε απόλυση με σκοπό την είσπραξη της αποζημίωσης. (ΑΠ 171/2013 ΔΕΝ 2014)

Υπολογισμός αποζημίωσης: βάσει των τακτικών αποδοχών του τελευταίου μήνα πλήρους απασχόλησης. Για την εξεύρεση των τακτικών αποδοχών συνυπολογίζονται και οι υπερωρίες, bonus και οποιαδήποτε παροχή καταβαλλόταν σταθερά και με διάρκεια. Εύρεση του Μ.Ο Σε περίπτωση που δεν είναι σταθερές κατά μήνα. (ΑΠ 24/204, ΑΠ675/2014, ΑΠ 284/2013 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ

Χρόνος καταβολής της αποζημίωσης: εάν η αποζημίωση υπερβαίνει το δίμηνο, σύμφωνα με το ν. 3863/10 το τμήμα της αποζημίωσης 2 μηνών πρέπει να καταβληθεί κατά την απόλυση και το υπόλοιπο σε διμηνιαίες δόσεις. Στην περίπτωση καταγγελίας με προειδοποίηση τα ανωτέρω ισχύουν μετά το πέρας του χρόνου προειδοποίησης οπότε επέρχεται και η οριστική λύση της σύμβασης. Κύρωση σε περίπτωση μη καταβολής αποζημίωσης: ακυρότητα καταγγελίας. (ΕΦ.ΛΑΡ.5/2014 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ)

Ειδικές περιπτώσεις: α) θάνατος του εργαζόμενου: δεν οφείλεται υποχρέωση μειωμένης αποζημίωσης ν.3198/55 β) διάλυση νομικού προσώπου / θάνατος εργοδότη : δεν επιφέρει αυτομάτως τη λύση της σύμβασης. (ΑΠ 882/2007 ΔΕΝ 2014 εύλογη αποζημίωση) γ) καταγγελία από αναρμόδιο όργανο νομικού προσώπου είναι ανυπόστατη και δεν επιδέχεται εκ των υστέρων έγκριση. Εφ.Αθ 143/2014 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ δ) δυνατή η καταβολή αποζημίωσης και στην περίπτωση έκτακτης καταγγελίας σύμβασης ορισμένου χρόνου για σπουδαίο λόγο. ε) καταβολή αποζημίωσης και στην περίπτωση άκυρης σύμβασης εργασίας (απλής εργασιακής σχέσης)

Αποσβεστική προθεσμία: Οι αξιώσεις από άκυρη σύμβαση εγείρονται εντός 3μηνου από τη λύση της σύμβασης ήτοι από την κοινοποίηση της καταγγελίας, το οποίο ισχύει και στην περίπτωση της προειδοποίησης. Οι αξίωση αποζημίωσης απόλυσης ασκείται εντός προθεσμίας 6μηνου από τότε που εκάστη δόση έγινε απαιτητή. (ΑΠ 702/2014 , Εφ.Θεσς/κης 1224/2014 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ )
ΣΧΕΤΙΚΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ:

ΑΠ 315/2014 (ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ) Βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας και απόλυση

ΑΠ 2238/13 (ΔΕΝ 2014 ) Καταγγελία από μισθωτό.

Εφ.Λαρ. 607/2014 (ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ) Δικαίωμα παραμονής εργαζόμενου με προϋποθέσεις πλήρους σύνταξης επί 1 τριετία.

Εφ.θεσ/κης 1519/204 (ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ) Αποζημίωση απόλυσης και σύμβαση ορισμένου χρόνου.

Πηγή: www.salkyr.gr

Τετάρτη 21 Οκτωβρίου 2015

ΣΤΕ Ολ 2287/2015 ΟΜΑΔΙΚΕΣ ΑΓΩΓΕΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΩΝ Για περισσότερες πληροφορίες επικοινωνήστε με το γραφείο ΕΛΕΝΗΣ ΚΥΡΑΡΙΝΗ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ στο e-mail nomikimatia@gmail.com και στο τηλέφωνο (210)3836688



(ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΟ ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΚΑΙ ΣΚΕΨΕΙΣ)
Πιλοτική δίκη μετά από ασκηθείσα αγωγή συνταξιούχου ΙΚΑ ΕΤΑΜ /ΕΤΑΑ  περί αντισυνταγματικότητας των διατάξεων  i) του άρθρου τρίτου παρ. 10 του ν. 3845/2010, ii) του άρθρου 44 παρ. 13 του ν. 3986/2011, iii) του άρθρου 2 παρ. 3 του  ν. 4024/2011, iv) του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 4051/2012 και v) του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 και υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 3 του ν. 4093/2012
Ως προς τις περικοπές   i) του άρθρου τρίτου παρ. 10 του ν. 3845/2010, ii) του άρθρου 44 παρ. 13 του ν. 3986/2011, iii) του άρθρου 2 παρ. 1-5 του ν. 4024/201121 κρίθηκε ότι λόγω της οξύτατης δημοσιονομικής κρίσης στις αρχές του 2010, ο νομοθέτης, εκτίμησε  ότι υφίστατο άμεσος κίνδυνος κατάρρευσης της οικονομίας και χρεοκοπίας της Χώρας και ότι ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπισθεί η κατάσταση ήταν η προσφυγή στη χρηματοδοτική υποστήριξη από τα κράτη της Ευρωζώνης και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Έναντι της υποστηρίξεως αυτής έλαβε σειρά μέτρων περιστολής των δημοσίων δαπανών, μεταξύ των οποίων και η διενέργεια περικοπών και μειώσεων συνταξιοδοτικών παροχών των συνταξιοδοτουμένων από τους φορείς υποχρεωτικής κοινωνικής ασφαλίσεως. Οι περικοπές και οι μειώσεις αυτές, οι οποίες ξεκίνησαν από τα επιδόματα εορτών και αδείας των οργανισμών κύριας ασφάλισης (άρθρο 3 παρ. 10-14 του ν. 3845/2010), και συνεχίσθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα με την εισφορά αλληλεγγύης των συνταξιούχων κύριας ασφάλισης (άρθρο 38 του ν. 3863/2010), την εν συνεχεία αναπροσαρμογή και τη συμπλήρωση της εισφοράς αυτής και την επέκτασή της στην επικουρική ασφάλιση (άρθρο 44 παρ. 10-13 του ν. 3986/2011), καθώς και τις μειώσεις στις συντάξεις των κάτω των 55 ετών συνταξιούχων και στις κύριες και επικουρικές συντάξεις που υπερβαίνουν, αντιστοίχως, τα 1200 και τα 150 ευρώ  εντάσσονται στις δέσμες μέτρων που έχουν ως βάση τις προβλέψεις του πρώτου «Μνημονίου» και του πρώτου «Μεσοπροθέσμου Πλαισίου», και συνιστούν μέτρα «άμεσης απόδοσης» για την εξεύρεση πόρων προς αντιμετώπιση της έκτακτης ανάγκης στην οποία βρέθηκε η Χώρα. Με τα δεδομένα αυτά, οι εν λόγω περικοπές, έχοντας αποφασισθεί υπό την πίεση των ως άνω όλως εξαιρετικών περιστάσεων, και επιβαλλόμενες κατά την εκτίμηση του νομοθέτη για την άμεση αντιμετώπιση της κρίσεως, δεν παραβιάζουν τις προπαρατεθείσες συνταγματικές διατάξεις. Ειδικότερα, οι πιο πάνω περικοπές, εν όψει του ύψους και των εν γένει χαρακτηριστικών τους, καθώς και των συνθηκών υπό τις οποίες θεσπίσθηκαν, ούτε στην αρχή της αναλογικότητας αντίκεινται, καθώς δεν παρίστανται, πάντως, απρόσφορες ή μη αναγκαίες να υπηρετήσουν το δημόσιο σκοπό για τον οποίο επεβλήθησαν, ούτε τον πυρήνα του δικαιώματος στην κοινωνική ασφάλιση προσβάλλουν, καθώς δεν υφίστανται σοβαρές ενδείξεις ότι θίγουν το περιγραφόμενο εγγυημένο από το άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος, ελάχιστο επίπεδο αξιοπρεπούς διαβιώσεως των συνταξιούχων. Εν όψει, άλλωστε, των ανωτέρω συνθηκών της θεσπίσεώς τους, δεν απαιτείτο, κατά τα προεκτεθέντα, περαιτέρω εκτίμηση των επιπτώσεών τους από το νομοθέτη. Τέλος, δεν υφίσταται ζήτημα παραβιάσεως της αρχής της προστατευομένης εμπιστοσύνης, δεδομένου ότι τα ληφθέντα μέτρα επεβλήθησαν, όπως αναφέρθηκε, εν όψει εκτάκτων και απροβλέπτων συνθηκών και είχαν επείγοντα χαρακτήρα.
 Ως προς τα θεσπιζόμενα μέτρα  του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 4051/2012 και v) του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 και υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 3 του ν. 4093/2012  κρίθηκε ότι :
 Ψηφίσθηκαν όταν είχε πλέον παρέλθει διετία από τον πρώτο αιφνιδιασμό της οικονομικής κρίσεως και αφού εν τω μεταξύ είχαν σχεδιασθεί και ληφθεί τα βασικά μέτρα για την αντιμετώπισή της. Επομένως ο νομοθέτης δεν εδικαιολογείτο πλέον να προχωρήσει σε σχετικές ρυθμίσεις χωρίς ειδική έρευνα του αντικειμένου αυτών, αλλ’ όφειλε, να προβεί σε εμπεριστατωμένη μελέτη, προκειμένου να διαπιστώσει και να αναδείξει τεκμηριωμένα ότι η λήψη των συγκεκριμένων μέτρων ήταν συμβατή με τις σχετικές συνταγματικές δεσμεύσεις, τις απορρέουσες, μεταξύ άλλων, από το θεσμό της κοινωνικής ασφαλίσεως, τις αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας και την προστασία της αξίας του ανθρώπου.
Ακόμη δε και αν τα επίδικα μέτρα κρίνονταν πρόσφορα, κατά τα ανωτέρω, ο νομοθέτης έπρεπε να μελετήσει και να αποφανθεί αιτιολογημένα για την αναγκαιότητά τους, εξετάζοντας την ύπαρξη τυχόν εναλλακτικών επιλογών και συγκρίνοντας τα οφέλη και τα μειονεκτήματα της καθεμιάς για τους επιδιωκόμενους δημόσιους σκοπούς (δημοσιονομική προσαρμογή, βιωσιμότητα των ασφαλιστικών οργανισμών, διασφάλιση ικανοποιητικού, κατ’ άρθρο 22 παρ. 5 Συντ.,  επιπέδου ζωής των ασφαλισμένων).
 Τέλος, εφ’ όσον, κατόπιν των ανωτέρω, ο νομοθέτης επέλεγε, όπως εν προκειμένω, να προβεί σε συγκεκριμένες  περικοπές συντάξεων (επιλογή, κατ’ αρχήν, δικαστικώς ανέλεγκτη), όφειλε προηγουμένως να εξετάσει με τρόπο επιστημονικό και δικαστικά ελέγξιμο, αν οδηγούν σε ανεπίτρεπτη μείωση του επιπέδου ζωής των συνταξιούχων κάτω του ορίου εκείνου που συνιστά τον πυρήνα του κοινωνικοασφαλιστικού τους δικαιώματος αθροιζόμενες με τις επιπτώσεις από τα ήδη ληφθέντα γενικά μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης (όπως οι αλλεπάλληλες, κατά τα εκτεθέντα, φορολογικές επιβαρύνσεις) και συνδυαζόμενες με τις ευρύτερες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες της διανυόμενης έκτακτης περιόδου (κόστος αγαθών και υπηρεσιών, περικοπές παροχών υγείας, ανεργία και επίδρασή της στο οικογενειακό εισόδημα, έκταση και περιεχόμενο δανειοληπτικών υποχρεώσεων). Μελέτη η οποία δεν έγινε.
Από τις οικείες προπαρασκευαστικές εργασίες, μόνο κριτήριο για τη θέσπιση των σχετικών μέτρων απετέλεσε η συμβολή τους στη μείωση των δημοσίων δαπανών και τη «δημοσιονομική προσαρμογή». Ακόμη δε και η αναφορά στην «δυσμενή οικονομική κατάσταση» των ασφαλιστικών οργανισμών, ως βασικής αιτίας του προβλήματος, γίνεται αορίστως, είτε για όλους τους οργανισμούς συλλήβδην, είτε για κάποιους μη κατονομαζόμενους, χωρίς να εκτιμάται συγκεκριμένα η κατάσταση καθενός από αυτούς (εν όψει της οικονομικής αυτοτελείας τους και των επιβαλλομένων, αναλόγως, διαφοροποιήσεων) και χωρίς να αναφέρεται αν και πώς συνέβαλε το Κράτος, κατά τη συνταγματική του υποχρέωση, στη διασφάλιση της βιωσιμότητάς τους.
Οι επίμαχες νομοθετικές ρυθμίσεις διέπονται από την, υπό το «νέο ασφαλιστικό σύστημα», συνταγματικώς μη ανεκτή αντίληψη ότι το Κράτος ρυθμίζει απλώς και οργανώνει την κοινωνική ασφάλιση χωρίς και να υποχρεούται να συμμετέχει στη χρηματοδότηση των οργανισμών κοινωνικής ασφαλίσεως ή ότι η υποχρέωση αυτή μπορεί να αναπληρώνεται με παροχές προνοιακού χαρακτήρα, καθώς και ότι η διασφάλιση της βιωσιμότητας των εν λόγω οργανισμών απόκειται στους ίδιους τους ασφαλισμένους, συναρτώμενη, προεχόντως ή και αποκλειστικώς, με την μαθηματική σχέση μεταξύ καταβαλλόμενων εισφορών και χορηγούμενων παροχών.
 Κατόπιν όλων των ανωτέρω οι διατάξεις των νόμων 4051 και 4093/2012 αντίκεινται στις προπαρατεθείσες συνταγματικές διατάξεις και είναι, ως εκ τούτου, ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες∙.
 Η αντίθεση δε των διατάξεων τούτων προς το Σύνταγμα αφορά στις περικοπές όχι μόνο των κύριων αλλά και των επικουρικών συντάξεων γιατί ο υποχρεωτικός χαρακτήρας της επικουρικής κοινωνικής ασφαλίσεως και η, συνεπεία τούτου, λειτουργία αυτών υπό μορφήν νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου δικαιολογούνται από τον δημόσιο σκοπό, τον οποίο οι φορείς αυτοί υπηρετούν κατά το άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος, αφού συμβάλλουν χορηγόντας συμπληρωματικές παροχές στη διασφάλιση υπέρ των συνταξιούχων ενός ικανοποιητικού επιπέδου διαβιώσεως.
Υπό τα δεδομένα, άλλωστε, αυτά, με τις εν λόγω διατάξεις των ανωτέρω νόμων κλονίζεται η δίκαιη ισορροπία μεταξύ γενικού συμφέροντος και περιουσιακών δικαιωμάτων των συνταξιούχων και, ως εκ τούτου, παραβιάζεται και το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ.

Ως προς την αναδρομικότητα της απόφασης και για τους μη ασκήσαντες αγωγή /προσφυγή η απόφαση ορίζει:
Κατά το άρθρο 50 πδ 18/1989 …«Η απόφαση που δέχεται την αίτηση ακυρώσεως απαγγέλλει την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης και συνεπάγεται νόμιμη κατάργησή της έναντι όλων, είτε πρόκειται για κανονιστική είτε πρόκειται για ατομική πράξη». Με την παρ.3β του ιδίου άρθρου (προστέθηκε με άρθρο 22 παρ. 1 του ν. 4274/2014 (Α΄ 147),  προβλέφθηκε απόκλιση εξαιρετικά από τα ανωτέρω και το Δικαστήριο μπορεί σταθμίζοντας τις πραγματικές καταστάσεις που έχουν δημιουργηθεί κατά το χρόνο εφαρμογής της πράξης  ιδίως υπέρ των καλόπιστων διοικουμένων, καθώς και το δημόσιο συμφέρον να ορίσει ότι τα αποτελέσματα της ακυρώσεως ανατρέχουν σε χρονικό σημείο μεταγενέστερο του χρόνου έναρξης της ισχύος της και σε κάθε περίπτωση προγενέστερο του χρόνου δημοσίευσης της απόφασης...».
Στην προκειμένη περίπτωση, η, κατά τα ανωτέρω, διάγνωση της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 4051/2012 και του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 και υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 3 του ν. 4093/2012 θα συνεπήγετο υποχρέωση της Διοικήσεως να συμμορφωθεί με αναδρομική καταβολή των συνταξιοδοτικών παροχών που περιεκόπησαν, βάσει των αντισυνταγματικών αυτών διατάξεων σε ιδιαιτέρως ευρύ κύκλο προσώπων που αφορά η παρούσα πρότυπη δίκη. Εν όψει των δεδομένων τούτων, το Δικαστήριο, μετά τη στάθμιση του δημοσίου συμφέροντος, αναφερομένου στην οξυμένη δημοσιονομική κρίση και στην κοινώς γνωστή ταμειακή δυσχέρεια του ελληνικού Κράτους, ορίζει ότι οι συνέπειες της αντισυνταγματικότητας των επιμάχων διατάξεων θα επέλθουν μετά την δημοσίευση της παρούσης αποφάσεως.
Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να γίνει επίκληση της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων αυτών για τη θεμελίωση αποζημιωτικών αξιώσεων άλλων συνταξιούχων, που αφορούν περικοπείσες, βάσει των εν λόγω διατάξεων, συνταξιοδοτικές παροχές τους, για χρονικά διαστήματα προγενέστερα του χρονικού σημείου δημοσιεύσεως της παρούσης αποφάσεως.
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
κατά την προσωπικη μου γνώμη έπεται από τα παραπάνω: Α) Ότι πέραν των προσβαλλόμενων με την απόφαση διατάξεων και βάσει της αιτιολογίας της ανωτέρω απόφασης, ως αντισυνταγματικές δυνατό να κριθούν και οι λοιπές περιπτώσεις περικοπών στις κύριες συνάξεις των λοιπών φορέων κοινωνικής ασφάλισης εκτός του ΙΚΑ όπως αυτές προβλέπονται στα  άρθ. 6 ν. 4051/2012 & άρθρου πρώτο §ΙΑ ν.4093/2012.
Β) Ότι οι εντασσόμενοι στις περιπτώσεις οι οποίες κρίθηκαν αντισυνταγματικές  οι οποίοι έχουν ήδη ασκήσει ενδικα μέσα και βοηθήματα μπορούν να διεκδικήσουν την αναδρομική επιστροφή των περικοπών στις συντάξεις τους και τη μη περικοπή τους στο εξής.
γ) ότι οι εντασσόμενοι στις περιπτωσεις που κρίθηκαν αντισυνταγματικές και δεν έχουν κινηθεί δικαστικά, δικαιούνται τη μη περικοπή των συντάξεων τους στο εξής. Δύνανται όμως να ασκήσουν και αγωγή διεκδίκησης των ήδη παρακρατηθέντων από τις συντάξεις τους ενόψει της απόκλισης της ανωτέρω απόφασης από τον κανόνα της αναδρομικής erga omnes ακυρώσεως των σχετικών διατάξεων.